
Το καλοκαίρι είχε απλώσει τα χρυσαφένια του χρώματα στους κάμπους της Δράμας, και η αναμονή για την έναρξη της κυνηγετικής χρονιάς έκανε τις καρδιές των παλιών κυνηγών να χτυπούν πιο γρήγορα. Ο Γιάννης Βογιατζόγλου και ο Δημήτρης Κοσμίδης, δύο αχώριστοι φίλοι και έμπειροι λαγοκυνηγοί, είχαν ήδη αρχίσει να σχεδιάζουν τις πρώτες τους εξορμήσεις. Μαζί τους, φυσικά, και εγώ – ο τρίτος σύντροφος της παρέας, αυτός που συμπλήρωνε την τριάδα.
Μαζί με τον Γιάννη, περάσαμε μέρες ψάχνοντας για ορτύκια. Όμως μια μέρα πριν την έναρξη, το τηλέφωνο χτύπησε και η φωνή του Δημήτρη ήρθε να αλλάξει όλα τα σχέδια.
“Γιάννη,” είπε ο Δημήτρης με μια ανασφάλεια στη φωνή που πρόδιδε τον ενθουσιασμό του, “έχω μια πληροφορία. Λένε ότι σε ηλιόσπορο, λίγο έξω από τη Χωριστή, παίζουν τρυγόνια. Πολλά τρυγόνια.”
Ο Γιάννης σταμάτησε ό,τι έκανε. Η λέξη “τρυγόνια” είχε μαγική δύναμη για έναν κυνηγό της παλιάς σχολής. Αυτά τα πανέμορφα πουλιά, με τα γκρίζα φτερά τους και την ευγενική τους πτήση, ήταν ένας από τα πιο αγαπητά θηράματα κάθε κυνηγού που σεβόταν την τέχνη του.
Το πρωί της Τρίτης βρήκε τον Δημήτρη να παίρνει το δρόμο προς τον ηλιόσπορο, με την καρδιά του να χτυπάει από προσδοκία. Αυτό που είδε όταν έφτασε εκεί ήταν κάτι που του κόπηκε η ανάσα. Πολλά τρυγόνια πετούσαν σε σχηματισμούς πάνω από τον χρυσόξανθο ηλιόσπορο, δημιουργώντας ένα θέαμα που θύμιζε τους χρυσούς καιρούς του κυνηγιού.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ : Ο σύλλογος αναλαμβάνει το κόστος κυνηγετικής άδειας για μέλος που τραυματίστηκε
“Γιάννη, τα τρυγόνια είναι πολλά!” φώναξε στο τηλέφωνο, και η φωνή του έτρεμε από συγκίνηση. “Πρέπει να το δεις!”
Το ίδιο απόγευμα, και οι τρεις μας σταθήκαμε στην άκρη του χωραφιού, παρακολουθώντας σιωπηλοί το μαγικό θέαμα. Τα τρυγόνια κατέβαιναν σε κύματα, τρεφόμενα από τους χρυσαφένιους σπόρους, και στη συνέχεια υψώνονταν ξανά στον ουρανό σε μια χορογραφία που μόνο η φύση μπορεί να σκηνοθετήσει.
“Αυτό μου θυμίζει παλιότερες εποχές,” ψιθύρισα, και τα μάτια μου γυάλισαν από νοσταλγία. Η απόφαση ήταν παρμένη. Η έναρξη θα μας έβρισκε εδώ, στον ηλιόσπορο, παρόλο που αυτό σήμαινε ότι θα αφήναμε τα σκυλιά στο σπίτι – μια απόφαση που με στενοχωρούσε, αλλά που ήταν αναγκαία για αυτό το είδος κυνηγιού.
Ο Δημήτρης και ο Γιάννης πέρασαν τις βραδινές ώρες χαρτογραφώντας την περιοχή. Μαζί σημείωσαν τις διαδρομές των πουλιών, προετοίμασαν τα καρτέρια τους με την ακρίβεια που χαρακτήριζε τους έμπειρους κυνηγούς.
Η αγωνία της αναμονής μπερδεύτηκε με την απόλαυση της προετοιμασίας.
Το ξημέρωμα της έναρξης μας βρήκε και τους τρεις έτοιμους, κρυμμένους στα προσχεδιασμένα καρτέρια, με τα τουφέκια μας να γυαλίζουν στο πρώτο φως της ημέρας. Η σιωπή του αυγινού ήταν βαθιά, διακεκομμένη μόνο από τον απαλό θόρυβο του αέρα στα φύλλα.
Και τότε ξεκίνησε η μαγεία. Παρόλο που ήταν λαγοκυνηγοί από καρδιάς, εκείνο το πρωί ο Δημήτρης, και Γιάννης μεταμορφώθηκαν σε καλλιτέχνες της σκοποβολής. Κάθε βολή τους ήταν ένα ρεσιτάλ ακρίβειας, κάθε πουλί που έπεφτε ήταν απόδειξη δεκαετιών εμπειρίας και σεβασμού προς το κυνήγι.
Το όριο πιάστηκε πιο γρήγορα από όσο περιμέναμε, αλλά κανένας μας δεν ένιωσε απογοήτευση. Αντίθετα, υπήρχε μια βαθιά ικανοποίηση, η αίσθηση ότι είχαμε ζήσει κάτι σπάνιο και όμορφο.
Καθώς ο ήλιος ανέβαινε ψηλότερα και η ημέρα προχωρούσε, καθίσαμε κάτω από ένα δένδρο στην άκρη του χωραφιού. Το καθιερωμένο τσίπουρο έκανε την εμφάνισή του, και μαζί του οι ιστορίες, τα γέλια, και η βαθιά αίσθηση της φιλίας που μόνο το κοινό πάθος μπορεί να φέρει.
“Στην υγειά μας,” είπε ο Δημήτρης, σηκώνοντας το μικρό ποτήρι του.
“Και σε όσες τέτοιες στιγμές μας περιμένουν,” απάντησε ο Γιάννης.
Καθώς το απόγευμα σκιάζει και οι τρεις άντρες ετοιμάζονταν να φύγουν, κοίταξαν για τελευταία φορά τον ηλιόσπορο. Εκεί, στη μαγική εκείνη έκταση, είχαν ζήσει μια από εκείνες τις σπάνιες μέρες που κάνουν τη ζωή αξιόλογη.
Να είμαστε καλά, να ξαναζήσουμε παρόμοιες στιγμές…
Αυτή είναι η ευχή κάθε αληθινού κυνηγού. Γιατί το κυνήγι, στην πιο καθαρή του μορφή, δεν είναι παρά μια πρόφαση για να ζήσουμε τη φύση, τη φιλία, και την απλή χαρά του να είμαστε άνθρωποι σε αρμονία με τον κόσμο γύρω μας.
Κώστας Λουρής για το iHunt.gr
