
ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΩΝ ΠΟΥΛΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΗ ΝΟΤΙΑ ΟΥΚΡΑΝΙΑ
Πρόγραμμα χρηματοδοτούμενο από τη Γεν. Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας στο πλαίσιο της συνεργασίας Ελλάδας – Ουκρανίας για κοινά ερευνητικά και τεχνολογικά προγράμματα
1. Εισαγωγή
1.1. Το πρόγραμμα συνεργασίας Ελλάδας-Ουκρανίας
Το πρόγραμμα συνεργασίας για κοινά ερευνητικά και τεχνολογικά προγράμματα «Μελέτη των μεταναστευτικών πουλιών στην Ελλάδα και τη νότια Ουκρανία» ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2006 και είχε διάρκεια 2 ετών. Στο πρόγραμμα συμμετείχαν: Από τηνΕλλάδα: Αναστάσιος Λεγάκις, επίκ. καθηγητής, Τμ. Βιολογίας Παν. Αθηνών (επιστ. υπεύθυνος) Ρόζα-Μαρία Πολυμένη, λέκτορας, Τμ. Βιολογίας Παν. Αθηνών Τριαντάφυλλος Ακριώτης, επίκ. καθηγητής, Τμ. Περιβάλλοντος Παν. Αιγαίου & Ελληνικό Κέντρο Δακτυλίωσης Πουλιών Ιγκόρ Τσέκολεφ, βιολόγος, ερευνητικός συνεργάτης Ελένη Γαληνού, περιβαλλοντολόγος, υποψ. διδάκτορας Παν. Αιγαίου Θεαγένης Χαραντώνης, Δρ. φυσικός μετεωρολόγος, τμηματάρχης Τμ. Ερευνών, ΕΜΥ
Από την Ουκρανία: Volodymyr Ivanitsya, καθηγητής, Τμ. Βιολογίας, Παν. Οδησσού Anatolyi Korzyukov, αναπλ. καθηγητής, Τμ. Βιολογίας, Παν. Οδησσού Tatyana Ivanittsya, ιολόγος Yegor Korzyukov, μικροβιολόγος
Στόχοι του προγράμματος ήταν η γνώση των μεταναστευτικών δρομολογίων των πουλιών και των παραγόντων που τα επηρεάζουν καθώς και η διατύπωση προτάσεων για τη διαχείριση και προστασία τους. επίσης στόχος ήταν η συνεισφορά στην ανταλλαγή γνώσεων και εμπειριών και στη σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ Ελλήνων και Ουκρανών επιστημόνων.
Στο πλαίσιο του προγράμματος πραγματοποιήθηκαν ταυτόχρονα και στις 2 χώρες συστηματικές παρατηρήσεις της μετανάστευσης σε δύο κατάλληλα σημεία στην Ελλάδα και δύο στην Ουκρανία στις δύο μεταναστευτικές περιόδους (άνοιξη και φθινόπωρο) και για δύο συνεχόμενα έτη. Πραγματοποιήθηκε επίσης προσδιορισμός των μεταναστευτικών ειδών, εκτίμηση αριθμού πουλιών, ύψος πτήσης, τρόποι πτήσης κλπ. Χρησιμοποιήθηκαν επίσης συλλήψεις πουλιών με δίχτυα και δακτυλίωση (=μαρκάρισμα των πουλιών με δακτυλίους στα πόδια). Λήφθηκαν μετρήσεις θερμοκρασίας, ατμοσφαιρικής πίεσης, ταχύτητας και κατεύθυνσης του ανέμου. Οι μετρήσεις αυτές συνεκτιμήθηκαν με τα κλιματολογικά δεδομένα και τους χάρτες της ΕΜΥ και συνδυάστηκαν με τη δυναμικότητα της μετανάστευσης.
Τέλος, πραγματοποιήθηκαν δύο επισκέψεις για ανταλλαγή απόψεων και δεδομένων πάνω στο αντικείμενο μελέτης. Από την Ελλάδα μετέβησαν στην Ουκρανία οι κ. Λεγάκις και Πολυμένη (5-12/9/2007) ενώ από την Ουκρανία επισκέφθηκαν την Ελλάδα οι κ. V. Ivanitsya, A. Korzyukov, T. Ivanitsya & Y. Korzyukov (31/10-7/11/2007)
1.2. Γενικά για την μετανάστευση των πουλιών
Η μετανάστευση πουλιών είναι η τακτική χρονική μετακίνηση του πληθυσμού πουλιών από την περιοχή φωλιάσματος στην περιοχή διαχείμασης το φθινόπωρο και η επιστροφή τους πίσω την άνοιξη. Η μετανάστευση πουλιών είναι προσαρμογή για να μπορούν τα πουλιά να αναπαράγονται στις περιοχές όπου δεν μπορούν να ζήσουν όλο το χρόνο λόγω δυσμενών κλιματικών και διατροφικών συνθηκών. Επομένως η μετανάστευση πουλιών συμβάλλει στην αποτελεσματική εκμετάλλευση του φυσικού περιβάλλοντος από τα πουλιά.
Από την άλλη πλευρά, η μετανάστευση πουλιών είναι ιστορικό στοιχείο και αποτέλεσμα της εξάπλωσης των ειδών, από την περιοχή όπου πρωτοεμφανίστηκαν προς άλλες περιοχές.
Τα πουλιά έχουν τα εξής προσόντα:
1. Ικανότητα διαρκούς και γρήγορης πτήσης στην ατμόσφαιρα όπου δεν υπάρχουν εμπόδια και σε μεγάλες αποστάσεις χιλιάδων χιλιομέτρων
2. Μεγάλοι ρυθμοί μεταβολισμού και γρήγορη συσσώρευση και καύση λίπους στις πτήσεις μεγάλης διάρκειας
3. Μεγάλες ικανότητες προσανατολισμού που είναι απαραίτητες όταν διασχίζονται μεγάλες αποστάσεις
4. Αυστηρά καθορισμένος τρόπος ζωής με κύκλους αναπαραγωγής – μετανάστευσης – διαχείμασης που ελέγχονται φωτοπεριοδικά (νυχθήμερης χρονικής διάρκειας) με χρήση αστρονομικών δεδομένων, μετεωρολογικών στοιχείων κλπ.
Ως αποτέλεσμα η φυσική επιλογή συνεισέφερε την περιοδική (εποχική) μετανάστευση των πουλιών ως τον σημαντικότερο παράγοντα επιβίωσής τους. Τα πουλιά πρέπει να αρχίσουν και να τελειώσουν τη μετανάστευση εγκαίρως, χωρίς καθυστέρηση. Για να το επιτύχουν διαθέτουν: α. ικανότητα για διαρκή πτήση διασχίζοντας 1000-2000 χλμ. πάνω από μη προσιτές περιοχές, όπως θάλασσες και ερήμους (π.χ. Σαχάρα) κλπ., β. προσανατολισμό και επιλογή κατεύθυνσης πτήσης σε πολύπλοκες φυσικές και καιρικές συνθήκες, γ. ικανότητα υπερφαγίας για έγκαιρη συσσώρευση λίπους και φωτοπεριοδικό έλεγχο ρυθμού ζωής (μετανάστευση, αναπαραγωγή κλπ.), δ. ικανότητα σωστής επιλογής κατεύθυνσης πτήσης διαλέγοντας τις καταλληλότερες ευνοϊκές καιρικές συνθήκες όπως τα ατμοσφαιρικά ρεύματα που έχουν την ίδια κατεύθυνση με τη μετανάστευση (βορράς-νότος, νότος-βορράς). Οι «σκληρές εξετάσεις» για όλα αυτά τα προσόντα των πουλιών δίνονται στα φυσικά εμπόδια της Γης (π.χ. Μεσόγειος, Σαχάρα). Η έρευνα αυτού του πολύπλοκου φαινομένου της φύσης όπως είναι η μετανάστευση των πουλιών μπορεί να μας ανοίξει πολλά μυστικά και να δώσει πολλά παραδείγματα που να είναι χρήσιμα για τον πολιτισμό μας.
1.3. Θεωρία και πρακτική της μελέτης της μετανάστευσης των πουλιών
Υπάρχουν πάρα πολλές εργασίες για τη μετανάστευση των πουλιών. Πρωτοποριακές σε αυτές τις μελέτες ήταν οι χώρες γύρω από τη Βαλτική Θάλασσα. Οι επιστήμονες σήμερα συμφωνούν ότι το κίνητρο της μετανάστευσης των πουλιών είναι οι μεταβολές της ημερήσιας φωτοπεριόδου. Τα πουλιά, πριν την έναρξη της μετανάστευσης και σε διάστημα 20-40 ημερών, συσσωρεύουν λίπος που τους δίνει ενέργεια για πτήση σε μεγάλη απόσταση, μέχρι 2000- 3000 χλμ. Το φθινόπωρο τα πουλιά εγκαταλείπουν την περιοχή φωλιάσματος πολύ νωρίτερα από την έναρξη της ψυχρής περιόδου και πριν να εμφανιστούν προβλήματα διατροφής.
Η φθινοπωρινή μετανάστευση διαρκεί 30-50 ημέρες και σε αυτήν την περίοδο τα διάφορα πουλιά διασχίζουν με διαφορετικές ταχύτητες πτήσης, αποστάσεις που ξεκινούν από 1000-2500 χλμ. και φθάνουν μέχρι και 5000- 7000 χλμ., για να φτάσουν στους τόπους διαχείμασης. Προς το τέλος της μετανάστευσης η μέση ταχύτητα πτήσης αυξάνεται μέχρι και 2 φορές. Το Parus major στην αρχή της μετανάστευσης κάνει 20 χλμ./24ωρο και στο τέλος 50 χλμ./24ωρο (Blyumental, 1968).
Για να διασχίσουν ταυτόχρονα τις δύσκολες περιοχές της Μεσογείου και της Σαχάρας τα πουλιά πετούν διαρκώς χωρίς να σταματούν επί 36-50 ώρες (Casement, 1966). Η μέση ταχύτητα πτήσης ανά 24ωρο για τους μακρινούς μετανάστες είναι 200 χλμ. και για τους κοντινούς μόνο 50-100 χλμ. Τα είδη πουλιών που μεταναστεύουν τη νύχτα έχουν πιο μεγάλη ταχύτητα ανά 24ωρο από τα είδη που μεταναστεύουν την ημέρα. Ο σπίνος έχει ταχύτητα 50 χλμ./24ωρο, ο καλόγερος 50 χλμ./24ωρο, τα Sylviidae 200 χλμ./24ωρο, τα Motacillidae 240 χλμ./24ωρο ενώ τα Muscicapidae 150 χλμ./24ωρο (Dolnik, 1975).
Τα πουλιά είναι ικανά να διασχίσουν 2000-3000 χλμ. κατευθείαν σε αδιάκοπη πτήση χωρίς στάση στο έδαφος. Έτσι το ψαρόνι μπορεί στην ηπειρωτική χώρα να διασχίσει 1200 χλμ./24ωρο, ο κοκκινολαίμης 1660 χλμ. σε 14 ημέρες (80 χλμ./24ωρο), ο σπίνος 1140 χλμ. σε 2 ημέρες και η τσίχλα 1530 χλμ. σε 2 ημέρες (95 χλμ./24ωρο) (Paevskii, 1965). Θεωρητικά ο κηποτσιροβάκος μεταναστεύει 6000 χλμ. σε δύο μήνες (1/04-20/05 – 50 ημέρες) με μέση ταχύτητα 120 χλμ./24ωρο, ο δασοφυλλοσκόπος (20/04- 25/05 – 25 ημέρες) με μέση ταχύτητα 170 χλμ./24ωρο, ο θαμνοφυλλοσκόπος (1/10-1/10, 10/04-10/05 – 30 ημέρες) με μέση ταχύτητα 200 χλμ./24ωρο τόσο άνοιξη όσο και το φθινόπωρο και η κιτρινοσουσουράδα (20/08-10/10 – 50 ημέρες) με μέση ταχύτητα 120 χλμ./24ωρο.
Μέση ταχύτητα ανά 24ωρο για νυχτόβιους μετανάστες (δεδομένα δακτυλίωσης) έχουν: κοκκινούρης 100 χλμ., καρβουνιάρης 84 χλμ., θαμνοφυλλοσκόπος 90 χλμ., κηποτσιροβάκος 89 χλμ., λιβαδοκελάδα 61 χλμ., κιτρινοσουσουράδα 72 χλμ., μαυρομυγοχάφτης 150 χλμ., κεδρότσιχλα 65 χλμ., τσίχλα 95 χλμ. Η ημερήσια μετανάστευση γίνεται μαζικά τις 2 έως 4 ώρες μετά από την ανατολή του ήλιου, με σημαντική μείωση προς το μεσημέρι, και το βράδυ 1 ως 2 ώρες πριν να νυχτώσει.
Την αρχή της νυχτερινής μετανάστευσης παρακολούθησαν ελάχιστοι ερευνητές (Gauthreaux, 1969, Bolshakov, 1972). Αυτή φαίνεται να ξεκινά 45 ως 90 λεπτά ύστερα από το ηλιοβασίλεμα, δεδομένο που προκύπτει από τα ραντάρ. Τη νύχτα το 90% των πουλιών πετάει σε ύψος 200 μ. μέχρι 1800 μ. πάνω από τη θάλασσα. Μερικές νύχτες η πτήση γίνεται σε ύψος 700-800 μ. ενώ σε άλλες 2000-2600 μ. Ορισμένα χαραδριόμορφα μπορούν να πετούν στα 5000-6500 μ. (παρακολούθηση από ραντάρ).
Στην αρχή οι ερευνητές νόμιζαν ότι τα πουλιά μεταναστεύουν σε στενούς αεροδιάδρομους αλλά τώρα κατέληξαν ότι η μετανάστευση των πουλιών, κυρίως η νυχτερινή, γίνεται σε ένα πολύ πλατύ μέτωπο. Εκεί όμως που υπάρχουν ανάλογες συνθήκες μπορεί το πέρασμα των πουλιών να στενέψει σημαντικά (π.χ. Βόσπορος, Γιβραλτάρ). Ο Casement (1966) είδε με ραντάρ ότι όλη η Μεσόγειος διασχίζεται από τα μεταναστευτικά πουλιά την περίοδο από 18/08 μέχρι 24/10 και την άνοιξη μέχρι 13 Μαΐου, παντού με ένα πλατύ μέτωπο. Η κατεύθυνση της πτήσης των πουλιών ανατολικότερα του Ιονίου πελάγους ήταν Β-ΒΔ προς Ν-ΝΑ και δυτικότερα του Ιονίου ΒΑ προς ΝΔ. Δεν υπήρχαν εντονότερες πτήσεις πουλιών (νυχτερινές ή ημερήσιες) στα λεγόμενα αερογεφυρώματα Γιβραλτάρ, Κορσικής, Σικελίας, Μάλτας και Κρήτης (η μετανάστευση ήταν ορατή μόνο πάνω από το Ιόνιο!). Τα πουλιά διασχίζουν αμέσως κατευθείαν τόσο τη Μεσόγειο όσο και τη Σαχάρα. Τα πουλιά κινούνται στην πιο σύντομη ευθεία, μην ακολουθώντας την παραλιακή γραμμή που κάνει στροφές. Γενικά τα πουλιά δεν ακολουθούν την ορογραφία-υδρογραφία του τοπίου.
Τα μεταναστευτικά πουλιά διασχίζοντας 2000-3000 χλμ. γυρίζουν πίσω στην πατρίδα τους όπου γεννήθηκαν. Ο χώρος όπου επιστρέφουν μπορεί να έχει διάμετρο γύρω από το σημείο όπου γεννήθηκαν μόλις 200-300 χλμ. και ισχύει κατά το 82-90% για το σφυριχτάρι, την πρασινοκέφαλη πάπια, το γκισάρι, την χουλιαρόπαπια και την σαρσέλα (Shevareva, 1969). Τα άλλα 2-4% του πληθυσμού αλλάζουν την πατρίδα τους απομακρυνόμενα από τα πάτρια εδάφη κατά 1000 χλμ. ή και περισσότερο (Shevareva, 1969, Mihelsons, 1970). Αυτό το φαινόμενο συμβάλλει στην ανανέωση του γενετικού υλικού των πληθυσμών των πουλιών.
Στον τόπο διαχείμασης στην Αφρική τα πουλιά αρχίζουν να συσσωρεύουν λίπος που είναι χρήσιμο για την πτήση, πριν την ανοιξιάτικη μετανάστευση (αρχές Απριλίου). Το βάρος τους αυξάνεται και κορυφώνεται πριν την πτήση στα μέσα Απριλίου. Ο ερχομός των μακρινών αποδημητικών πουλιών Hippolais, Sylvia και Phylloscopus στην περιοχή φωλιάσματος κυμαίνεται από 4-11 ημέρες ενώ των κοντινών μεταναστών Spinus, Fringilla και Regulus σε 8- 21 ημέρες. Άρα οι μακρινοί μετανάστες είναι πιο ευαίσθητοι στο περιβάλλον (θερμοκρασία) και είναι πιο συγχρονισμένοι από τους σκληραγωγημένους κοντινούς. Τα ίδια άτομα εισέρχονται στην περιοχή φωλιάσματος κάθε χρόνο τις ίδιες σχεδόν μέρες (δεδομένα δακτυλίωσης).
Συνήθως τα θηλυκά είναι πιο ελαφρά από τα αρσενικά αλλά έχουν πιο μακριές φτερούγες. Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του πουλιού είναι το μήκος της φτερούγας που είναι στενά συνδεδεμένο με το άπαχο βάρος του πουλιού. Όσο πιο μακριά μεταναστεύει το πουλί τόσο πιο πολύ λίπος συσσωρεύει στο σώμα του (35-49% του γενικού βάρους οι μακρινοί μετανάστες και 17-25% οι κοντινοί). Οι μόνιμοι πληθυσμοί διαθέτουν μόνο 4-7% λίπος. Οι Odum (1961) και Nisbet (1963) αναφέρουν ότι το λίπος που συσσωρεύεται χρησιμοποιείται για τις πτήσεις που πραγματοποιούνται πάνω από εμπόδια χωρίς τροφή (π.χ. Μεσόγειος, Σαχάρα). Τα πουλιά με βάρος πιο μικρό από 150 γραμμάρια είναι ιδανικά για το διπλασιασμό του βάρους με λίπος χρήσιμο για τη μακρινή πτήση ενώ τα πιο βαριά πουλιά είναι αναγκασμένα να σταματούν για να φάνε και να πάρουν λίπος στη διαδρομή μετανάστευσης (Pennyquick, 1969).
Όσο πιο πολύ λίπος έχουν τα πουλιά, τόσο πιο μεγάλη είναι η ανησυχία τους και η τάση προς την μεταναστευτική πτήση (Blyumental, 1967). Αλλά όταν πετούν μεγάλες μάζες πουλιών που διαθέτουν λίπος επηρεάζονται και παρασύρονται στην πτήση και τα πουλιά με πολύ λίγο λίπος (Dolnik, 1975). Η μεταναστευτική πτήση των πουλιών έχει πάντοτε διακυμάνσεις. Εμείς βλέπουμε για 2-4 ημέρες πάρα πολλά πουλιά (κορύφωση του κύματος μετανάστευσης) και ύστερα για 2-4 ημέρες π.χ. ελάχιστα ή καθόλου. Η μετανάστευση των πουλιών διακόπτεται και ύστερα ξαναδημιουργείται μια κορύφωση στη μετανάστευση.
Εάν η μετανάστευση των πουλιών παρατηρείται διαρκώς επί 5-10 χρόνια στα ίδια σημεία, θα διαπιστώσουμε ότι αυτά τα κύματα μετανάστευσης επαναλαμβάνονται κάθε χρόνο στα ίδια διαστήματα και σε ίδια ποσότητα όσα και αν είναι (2-10 κύματα). Μπορεί να αλλάζει μόνο ο αριθμός των πουλιών που καταμετρούνται σε αυτά τα κύματα (βέβαια αυτή η μέτρηση είναι το αδύναμο σημείο της μελέτης). Αλλά το πιο σημαντικό είναι η μόνιμη ύπαρξη των κυμάτων και η διάρκεια των διαστημάτων διακοπής της μετανάστευσης των πουλιών που αλλάζει κάθε χρόνο μόνο κατά ±1,5-2 ημέρες. Την ανάλυση των κυμάτων έκαναν στη Βαλτική οι Dolnik & Blyumental (1967) στην πρώην Σοβιετική Ένωση και ύστερα ο Busse (1970) στην Πολωνία.
Σταθερή είναι και η διακύμανση της μετανάστευσης και τα συγκεκριμένα πουλιά που περνούν από κάποιο σημείο τις ίδιες μέρες της χρονικής περιόδου. Όμως τα κύματα αποτελούν ένα μείγμα ηλικιακών και φυλετικών ομάδων πουλιών. Σε αυτές τις κορυφώσεις της μετανάστευσης των πουλιών που διαρκούν 2-4 ημέρες (μέγιστο 7 ημέρες) περνούν κυρίως τα πουλιά που διαθέτουν το μεγαλύτερο ποσοστό λίπους (μέγιστο βάρος), προπαντός τις πρώτες 2-3 ημέρες. Ύστερα προσελκύονται στο κύμα και τα πουλιά που διαθέτουν λιγότερο λίπος. Τις ημέρες της διακοπής της μετανάστευσης τα πουλιά δεν πετούν αλλά όλη την ημέρα κάθονται και τρώνε. Αυτό υποθέτει ότι ο κυμαινόμενος χαρακτήρας της μετανάστευσης είναι αποτέλεσμα συγχρονισμού ενός ενδογενούς προσωπικού κύκλου των πουλιών (Dolnik, 1975).
2. Μεθοδολογία της μελέτης της μετανάστευσης των πουλιών
Η μετανάστευση πουλιών ουσιαστικά άρχισε να μελετάται από το 1898 όταν ο Mortensen εφηύρε τη δακτυλίωση στη Βαλτική παραθαλάσσια λουρονησίδα Kurshskaia όπου ιδρύθηκε το πρώτο κέντρο δακτυλίωσης πουλιών. Από τότε μέχρι σήμερα στα 110 χρόνια που πέρασαν, δακτυλιώθηκαν εκατομμύρια πουλιά και ελήφθησαν χιλιάδες επανευρέσεις δαχτυλιδιών σε όλο τον κόσμο. Τα αποτελέσματα δακτυλίωσης πουλιών για την Ελλάδα εκδόθηκαν το 2004 στο βιβλίο των Τ. Ακριώτη και Γ. Χανδρινού «Επανευρέσεις δακτυλιωμένων πουλιών (1985-2004)», δίνοντας ένα πλούσιο υλικό για τη γεωγραφία της μετανάστευσης των πουλιών. Εμείς επίσης μεταχειριστήκαμε τη μέθοδο της δακτυλίωσης πουλιών στην εργασία μας σε 8 σημεία στην Ελλάδα και Ουκρανία
Η άλλη μέθοδος μελέτης μετανάστευσης πουλιών είναι η οπτική παρατήρηση, η ημερήσια οπτική παρακολούθηση της μετανάστευσης, με τη μέτρηση πουλιών εν πτήσει με τα κιάλια σε διάδρομο μετανάστευσης, συνήθως σε σημεία συγκέντρωσής τους (ακρογιαλιές, χαράδρες κλπ.) σε πλάτος 400- 1500 μ. και ύψος μέχρι 500 μέτρα. Αυτή η μέθοδος μας δίνει δυνατότητα να παρακολουθήσουμε στην πράξη πως γίνεται η μετανάστευση (ρυθμός, διακυμάνσεις, μέγιστα, ποια είδη πουλιών και πώς μεταναστεύουν). Υπάρχει η άποψη (Dolnik, 1975) ότι αυτή η μέθοδος διαστρεβλώνει σημαντικά την εικόνα της μετανάστευσης των πουλιών γιατί ο μεγαλύτερος πληθυσμός πουλιών μεταναστεύει πολύ ψηλά (>1000-1700 μ.) και τη νύχτα, και δεν μπορεί να παρακολουθηθεί από αυτήν. Την μέθοδο οπτικής παρατήρησης την χρησιμοποιήσαμε στις βορειοανατολικές παραλίες της Μαύρης Θάλασσας και στη χερσόνησο της Κριμαίας, παίρνοντας πολύ ικανοποιητικά στοιχεία για τη μετανάστευση πουλιών.
Από τη δεκαετία του 1950 γίνονται μελέτες μετανάστευσης πουλιών με ραντάρ (Nisbet & Drury, 1967) που εντοπίζει τα μεταναστευτικά πουλιά ημέρα και νύχτα σε ακτίνα 100 χλμ., ενώ ο πιο ακριβής εντοπισμός τους γίνεται μόνο σε ακτίνα 30-50 χλμ. Φυσικά με το ραντάρ δεν είναι δυνατό να προσδιοριστούν το είδος και το μέγεθος των πουλιών. Το ραντάρ βλέπει την μετανάστευση πουλιών που γίνεται ψηλά (>600 μ.) αλλά δεν βλέπει τα πουλιά όταν πετάνε χαμηλά μέχρι 100-200 μ. ύψος. Επίσης το ραντάρ βλέπει πιο καλά τη νυχτερινή μετανάστευση παρά την ημερήσια. Ο Casement (1966) μελέτησε με ραντάρ τη μετανάστευση πουλιών πάνω από τη Μεσόγειο και παρατήρησε ότι αυτή γίνεται πάνω από όλη την έκτασή της. Φυσικά αυτή η μετανάστευση δεν μπορεί να παρακολουθηθεί ορατά με τα κιάλια. Τελικά βγαίνει το συμπέρασμα ότι δεν μπορούμε να μάθουμε τους ακριβείς αριθμούς των μεταναστευτικών πουλιών που περνούν από πάνω μας με καμία μέθοδο λόγω του ότι η μετανάστευση γίνεται όλο το 24ωρο και σε ύψος από 1 έως 4000 μ.
Επίσης η νυχτερινή μετανάστευση μπορεί να μελετηθεί μαζεύοντας τα σκοτωμένα πουλιά κάτω από τους φάρους αλλά και αυτό διαστρεβλώνει σημαντικά τα αποτελέσματα της μελέτης γιατί τα διάφορα είδη έλκονται από το φως με πολύ διαφορετικό τρόπο.
Σημαντική μέθοδος μελέτης της μετανάστευσης των πουλιών είναι η σύλληψη πουλιών με δίχτυα και η ταυτόχρονη δακτυλίωση. Συγκρίνοντας τον αριθμό των πουλιών που πιάστηκαν στο κέντρο Ribatsii στη βαλτική παραθαλάσσια λουρονησίδα χρησιμοποιώντας τη μεγάλη (40x20x100 μ.) σακούλα διχτυών (που ορίζεται ως 100%) με τον αριθμό πουλιών που πιάστηκαν στα αραχνόδιχτα και με τα πουλιά που μετρήθηκαν ορατά με τα κιάλια, ο Dolnik δίνει τις εξής αναλογίες.
Πίνακας 2.1. Σύγκριση οπτικής μεθόδου παρατήρησης, συλλογής με μεγάλη σακούλα διχτυών και συλλογής με αραχνόδιχτα. Αναφέρονται επιλεγμένα είδη που έχουν παρόμοιους πληθυσμούς. Σε άλλα είδη η διαφορά είναι ακόμα πιο μεγάλη.
ΕΙΔΟΣ | ΟΠΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΣ | ΜΕΓΑΛΗ ΣΑΚΟΥΛΑ | ΑΡΑΧΝΟΔΙΧΤΑ |
Parus major | 350% | 100% | 43% |
Parus caeruleus | 300% | 100% | 125% |
Parus montanus | 350% | 100% | 125% |
Troglodytes troglodytes | 800% | 100% | 300% |
Turdus merula | 4700% | 100% | 600% |
Turdus philomelos | 4000% | 100% | 600% |
Erithacus rubecula | 20% | 100% | 400% |
Phoenicurus phoenicurus | 30% | 100% | 190% |
Sylvia borin | 0% | 100% | 300% |
Sylvia atricapila | 0% | 100% | 110% |
Phylloscopus collibita | 40% | 100% | 70% |
Phylloscopus trochilus | 10% | 100% | 50% |
Fringilla coelebs | 700% | 100% | 6% |
Spinus spinus | 260% | 100% | 3% |
Αυτά τα στοιχεία μας δείχνουν ότι η κάθε μέθοδος μελέτης μετανάστευσης πουλιών μας δίνει διαφορετικό αριθμό καταγεγραμμένων πουλιών. Σε σύγκριση με το ραντάρ, η σύλληψη πουλιών με δίχτυα δείχνει τη δυναμικότητα μετανάστευσης πουλιών αλλά δεν δείχνει καθόλου ικανοποιητικά τη νυχτερινή μετανάστευση που γίνεται σε μεγάλο ύψος 1000-4000 μ. Από την άλλη πλευρά η σύλληψη πουλιών με δίχτυα δίνει την ευκαιρία δακτυλίωσης και μελέτης των χαρακτηριστικών των πουλιών, π.χ. βάρος, διαστάσεις, ηλικία, φύλο, φτέρωμα κλπ.
Συμπερασματικά, καμία από τις 6 μεθόδους μελέτης της μετανάστευσης των πουλιών δεν μας δείχνει με ακρίβεια τη μετανάστευση η οποία είναι ένα πολύπλοκο φυσικό φαινόμενο. Για αυτό το λόγο πρέπει να μεταχειριστούμε όλες αυτές τις μεθόδους για να μελετήσουμε συνοπτικά τη μετανάστευση πουλιών προσπαθώντας να πλησιάσουμε όσο πιο κοντά την απόλυτη αλήθεια του φαινομένου αυτού. Η μεθοδολογία της μελέτης της μετανάστευσης των πουλιών μεταξύ της Ελλάδας και της νότιας Ουκρανίας περιέλαβε διάφορες δραστηριότητες ως εξής:
• Συλλογή και ανάλυση όλων των υπαρχόντων στοιχείων για τη μετανάστευση πουλιών στην Ελλάδα και νότια Ουκρανία σε παραθαλάσσιες περιοχές της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας (παρατήρηση, στοιχεία μετανάστευσης, δακτυλίωσης, επανεύρεσης, μέτρηση συγκεντρώσεων μεταναστευτικών πουλιών)
• Συστηματικές ενέργειες της ομάδας μελέτης σε Ελλάδα και Ουκρανία για παρακολούθηση, μέτρηση και σύλληψη με δίχτυα και δακτυλίωση πουλιών στα πιο κρίσιμα σημεία-κλειδιά για τα μεταναστευτικά πουλιά (όπως η βραχονησίδα Φιδονήσι στην Μαύρη Θάλασσα, 90 χλμ. ανατολικά της πόλης Sulina στο δέλτα του Δούναβη όπου τα τελευταία 4 χρόνια συλλήφθηκαν συστηματικά 28.000 πουλιά).
Στην Ελλάδα, αντίστοιχα με το Φιδονήσι της Ουκρανίας, είναι τα μικρά νησιά Στροφάδια και Αντικύθηρα όπου επίσης περιστασιακά έγιναν εργασίες της ομάδας μας και συλλήφθηκαν 3000 πουλιά. Τα μικρά νησιά στο ανοιχτό πέλαγος (Φιδονήσι, Στροφάδια) είναι ιδανικά σημεία για μελέτη της μετανάστευσης των πουλιών γιατί προσελκύουν τα κουρασμένα και ταλαιπωρημένα από τη διαρκή πτήση πουλιά που προσγειώνονται με μεγάλους αριθμούς (δεκάδες χιλιάδες) για να ξεκουραστούν στο έδαφος του νησιού. Σημαντικό είναι ότι η σύλληψη αυτών των πουλιών μας δίνει σε διάστημα 15- 45 ημερών την άνοιξη (Απρίλιο) και το φθινόπωρο (Σεπτέμβριο – Οκτώβριο), τη δυνατότητα να δούμε καθημερινά τη δυναμικότητα της μετανάστευσης επάνω στη διαδικασία της και να απαντήσουμε σε ερωτήματα όπως: σε ποιες καιρικές συνθήκες προσγειώνεται στο νησί το μεγαλύτερο ποσοστό των πουλιών; τι βάρος έχουν; από που και προς τα πού πετάνε; Ποια είναι τα είδη που πετάνε την κάθε μέρα και ποιος ο αριθμός τους.
Ένα άλλο σημαντικό μέρος για τη μετανάστευση πουλιών είναι το νότιο ακρωτήριο της χερσονήσου της Κριμαίας (Ουκρανία) όπου μαζεύονται οι μεγαλύτεροι πληθυσμοί της ορτυκομάνας, του ορτυκιού και της μπεκάτσας στην Ευρώπη πριν να διασχίσουν τη Μαύρη Θάλασσα. Εκεί επίσης έγινε επί 4 χρόνια κάθε Σεπτέμβριο η σύλληψη με τα δίχτυα αυτών των πουλιών προσελκύοντας τα με ήχους από μαγνητόφωνο 3 ώρες πριν τα ξημερώματα (03:00-06:00). Έτσι μαθαίνουμε τους ρυθμούς της νυχτερινής μετανάστευσης. Το ανάλογο της Κριμαίας σημείο στην Ελλάδα είναι το ακρωτήριο Ταίναρο στην Πελοπόννησο. Είναι γεγονός ότι στα νησιά και στα ακρωτήρια μαζεύονται χιλιάδες μεταναστευτικά πουλιά. Ταυτόχρονα, στην ηπειρωτική Ελλάδα και Ουκρανία τα πουλιά είναι ελάχιστα και στις ανάλογες εποχές μετανάστευσης δεν μπορούμε να παρακολουθήσουμε το φαινόμενο αυτό εκεί. Παρ’ όλη αυτή την πραγματικότητα διαλέξαμε 10 σημεία κλειδιά σε υγρότοπους στις ηπειρωτικές περιοχές (Σχινιάς Αττικής, Αιτωλικό, δέλτα Καλαμά, υγρότοποι Κέρκυρας, δέλτα Έβρου, δέλτα Δούναβη, δέλτα Δνείστερου, δέλτα Δνείπερου, υπεραλμυρή λιμνοθάλασσα Kuyalnik δίπλα στην Οδησσό, λιμνοθάλασσα Sivash – βορειοανατολική Κριμαία) για παρακολούθηση του πληθυσμού των μεταναστευτικών πουλιών που σταματούν εδώ για ξεκούραση και διατροφή. Αυτό μας δίνει τη δυνατότητα να δούμε συνοπτικά το φαινόμενο της μετανάστευσης των πουλιών παίρνοντας δειγματοληψίες από 14 σημεία-κλειδιά σε 2 χώρες της νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Αύριο το 2ο μέρος της μελέτης.
Αναδημοσίευση από Ordinary Mortal
