817


Πρόσφατα έφτασε στα χέρια μου ένα έγγραφο της 12/12/2006 (αρ. πρωτ. 104554/6654), της Διεύθυνσης Αισθητικών Δασών, Δρυμών και Θήρας που τότε υπαγόταν στο ΥΠΑΑΤ, με αποδέκτη τη Διεύθυνση Δασών Περιφέρειας Αν. Μακεδονίας και Θράκης και τα Δασαρχεία της περιοχής ευθύνης της.
Το έγγραφο αυτό αποτελούσε την απάντηση της αρμόδιας αρχής σε ερώτημα σχετικά με το αν και κατά πόσο επιτρέπεται να γίνεται χρήση των δασικών χωριών από κυνηγούς και αν προβλέπεται ή όχι η ύπαρξη καταφυγίων (καλυβών) για κυνηγούς. Αν δηλαδή οι κυνηγοί μπορούμε να φιλοξενηθούμε στις συγκεκριμένες εγκαταστάσεις για λίγες μέρες ή ώρες στα πλαίσια των κυνηγετικών μας εξορμήσεων.
Ο τότε Προϊστάμενος της Δ/νσης Αισθητικών Δασών, Δρυμών και Θήρας κ. Φραγκιουδάκης, είχε απαντήσει αρνητικά και συγκεκριμένα:
«Η εγκατάσταση εντός των δασών και δασικών εκτάσεων, των ξύλινων λυόμενων οικημάτων της παραγράφου 7 του άρθρου 1 του ν. 3208/2003 έχει ως σκοπό είτε την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση του κοινού σε θέματα δασοπροστασίας και φυσικού περιβάλλοντος είτε την εξυπηρέτηση διαμονής των εργαζόμενων στα δάση δασικών υπαλλήλων, υλοτόμων και δασεργατών και όχι την εξυπηρέτηση των κυνηγών. Επίσης δε θεωρούμε ότι είναι συμβατή η εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση του κοινού για θέματα δασοπροστασίας με τη δραστηριότητα της θήρας. Τέλος σας πληροφορούμε ότι τα προτεινόμενα καταφύγια κυνηγών δεν προβλέπονται από καμία άλλη διάταξη ως δασικά κτίρια ή ως επιτρεπτή επέμβαση σε δάση και δασικές εκτάσεις….
…Εκτιμούμε πως ακόμη και αν υπήρχε πρόβλεψη στη νομοθεσία για τέτοιου είδους καταλύματα, δε θα ήταν δυνατόν να καλυφθούν οι ανάγκες για τόσο μεγάλο αριθμό κυνηγών. Εξάλλου αν το κυνήγι θεωρηθεί πως συνδυάζεται και με αναψυχή που δημιουργεί μία ειδική μορφή τουρισμού, αυτού του είδους τα καταλύματα δε θα άφηναν έσοδα στις τοπικές κοινωνίες.»
Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε σε ποια διάταξη βασίστηκε τότε ο κ. Φραγκιουδάκης για να απαντήσει τα παραπάνω. Αναζήτησα και βρήκα λοιπόν την «Έγκριση κανονισμού λειτουργίας των συνόλων δασικών ξύλινων οικημάτων του άρθρου 1, παρ. 7, Ν. 3208/2003 (Δασικών χωριών)» (ΦΕΚ 1980/Β/31/12/2004), στην οποία διαβάζουμε τα εξής:
«Α. ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΟΙΚΙΣΜΟΥ
1. η παροχή διευκολύνσεων για αναψυχή και υπηρεσιών για περιβαλλοντική εκπαίδευση και ενημέρωση των επισκεπτών, για την ευαισθητοποίηση τους στις ιδιαίτερες αξίες του δάσους και γενικότερα του φυσικού περιβάλλοντος.
2. Η φιλοξενία δασικών, περιβαλλοντικών ή εκδρομικών αποστολών, η διοργάνωση συνεδρίων ή σεμιναρίων δασοπονικού, περιβαλλοντικού ή άλλου περιεχομένου και η παροχή διευκολύνσεων στους σπουδαστές όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης αποτελούν στόχους προτεραιότητας των δασικών χωριών.
3. Χρήστης μπορεί να είναι ο κάθε ενδιαφερόμενος πολίτης, κατά προτεραιότητα η νεολαία, οι εκπαιδευόμενοι σπουδαστές, οι οικογένειες, οι ηλικιωμένοι, τα άτομα με ειδικές ανάγκες (ΑΜΕΑ), οι επιστήμονες – ερευνητές κατά τη διάρκεια διεξαγωγής ερευνών πεδίου στην εγγύς και ευρύτερη του οικισμού περιοχή, τα μέλη των περιβαλλοντικών ή άλλων οργανώσεων και σωματείων, Ελληνικών ή ξένων και γενικά οποιοσδήποτε θέλει να ζήσει λίγο διάστημα κοντά στην καθαρή φύση, να τη γνωρίσει, να την αγαπήσει και να μάθει πώς να την προστατεύει αποτελεσματικά.»
Δε χρειάζεται να είναι κανείς νομικός για να γνωρίζει πως οι κυνηγοί εντάσσονται σε πέντε από τις παραπάνω περιπτώσεις, ήτοι:
- Η δραστηριότητά τους περιλαμβάνει την έννοια της αναψυχής
- Οι κυνηγετικές εξορμήσεις είναι εκδρομικές αποστολές
- Είναι ενδιαφερόμενοι πολίτες για διαμονή στα δασικά χωριά
- Είναι μέλη σωματείων (Κυνηγετικών Συλλόγων) (τα οποία «τυγχάνει» να είναι και συνεργαζόμενα και εποπτευόμενα με την αρχή που εξέδωσε την πιο πάνω απάντηση)
- Θέλουν να ζήσουν λίγο διάστημα κοντά στην καθαρή φύση (το να την αγαπήσουν, να τη γνωρίσουν και να μάθουν πώς να την προστατεύουν οι κυνηγοί το γνωρίζουν εκ των προτέρων οπότε δεν χρειάζονται τα δασικά χωριά για αυτό).
Η συγκεκριμένη απάντηση εκτιμώ πως συγκεντρώνει όλες τις απαραίτητες αποδείξεις βάσει των οποίων κατέληξα στον τίτλο «200.000 Έλληνες πολίτες (κυνηγοί) υπό ανελέητο θεσμικό διωγμό».
Τη συγκεκριμένη διαπίστωση τη βασίζω στα εξής:
1. Ο κανονισμός λειτουργίας των Δασικών Χωριών εκδόθηκε το 2004, ενώ η απάντηση της Δ/νσης Αισθητικών Δασών, Δρυμών και Θήρας όπως ανέφερα δόθηκε το 2006.
Είναι προφανές πως η απάντηση της αρμόδιας αρχής κινείται στα όρια της αυθαιρεσίας στο βαθμό που δε συμφωνεί αλλά ούτε και ερμηνεύει διαφορετικά τη διάταξη που διέπει το συγκεκριμένο θέμα. Οι κυνηγοί για τους πέντε παραπάνω τουλάχιστον λόγους μπορούν να χρησιμοποιήσουν ως κατάλυμα τα Δασικά Χωριά, υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ισχύουν για κάθε επισκέπτη.
2. Η αρμόδια αρχή προχώρησε ένα βήμα παραπέρα στην αυθαίρετη απάντησή της με την αναφορά «και όχι την εξυπηρέτηση των κυνηγών» η οποία δεν πηγάζει και δε συνδέεται με κανέναν τρόπο με τον κανονισμό λειτουργίας των Δασικών Χωριών.
3. Η αναφορά «Εκτιμούμε πως ακόμη και αν υπήρχε πρόβλεψη στη νομοθεσία για τέτοιου είδους καταλύματα, δε θα ήταν δυνατόν να καλυφθούν οι ανάγκες για τόσο μεγάλο αριθμό κυνηγών. Εξάλλου αν το κυνήγι θεωρηθεί πως συνδυάζεται και με αναψυχή που δημιουργεί μία ειδική μορφή τουρισμού, αυτού του είδους τα καταλύματα δε θα άφηναν έσοδα στις τοπικές κοινωνίες.» εκτιμώ πως συνιστά επίσης αυθαιρεσία στο βαθμό η αρμόδια Δ/νση ούτε ρωτήθηκε, ούτε είχε κανένα λόγο να προβεί σε «εκτιμήσεις» και μάλιστα αρνητικές για τους Έλληνες πολίτες των οποίων τη δραστηριότητα ρυθμίζει. Κάθε θεσμικός φορέας οφείλει να απαντά και να τοποθετείται αποκλειστικά και μόνο βάσει των εκάστοτε σχετικών διατάξεων. Οι σχετικές διατάξεις δε χωρούν ούτε εκτιμήσεις, ούτε προσωπικές απόψεις.
4. Πέραν τούτων ο κ. Φραγκιουδάκης ως Προϊστάμενος (τότε) της συγκεκριμένης Διεύθυνσης, όφειλε κατά τη γνώμη μου να γνωρίζει και να έχει αποσαφηνίσει ξεκάθαρα το αν το κυνήγι μπορεί να θεωρηθεί πως συνδυάζεται και με αναψυχή και όχι να το θέτει ως δίλλημα. Αν δε γνωρίζει ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Υπουργείου που είναι αρμόδια για τη θήρα σε ποια πλαίσια εντάσσεται η συγκεκριμένη δραστηριότητα, τότε προφανώς δε μπορεί να γνωρίζει κανένας άλλος σε αυτή τη χώρα.
Και όταν λέμε «γνωρίζει» εννοούμε να έχει ερμηνεύσει τους νόμους και τις σχετικές διατάξεις και όχι φυσικά να εκφράσει την προσωπική ή οποιαδήποτε άλλη άποψη που δεν πηγάζει από αυτούς.
Οι μόνοι περιορισμοί που ισχύουν για τη θήρα στα Δασικά χωριά σύμφωνα με τον παραπάνω κανονισμό λειτουργίας τους είναι η εισαγωγή πυροβόλου όπλου εντός των κτιρίων και η άσκηση της θήρας σε ακτίνα χιλίων μέτρων από τον οικισμό.
Αν και οι παραπάνω περιορισμοί κατά τη γνώμη μου είναι υπερβολικοί ως αυθαίρετοι, εν τούτοις αυτοί είναι που ισχύουν. Είναι προφανές όμως το γεγονός πως σε καμία περίπτωση δε μπορεί να υποστηρίξουν την απάντηση της Διεύθυνσης Αισθητικών Δασών Δρυμών και Θήρας η οποία έστω και μετά από μερικά χρόνια, θεωρώ πως παραμένει εκτεθειμένη.
Το σημαντικό στην όλη υπόθεση είναι πως πρέπει μάλλον να θεωρήσουμε βέβαιο το γεγονός πως η συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι ούτε εξαίρεση, ούτε η μοναδική περίπτωση που αποδεικνύει το ότι 200.000 κυνηγοί, Έλληνες πολίτες δηλαδή, βρισκόμαστε υπό ανελέητο θεσμικό διωγμό.
Εξίσου σημαντικό όμως θεωρώ το γεγονός πως οι περισσότεροι κυνηγοί έχουμε άγνοια για φαινόμενα σαν τα παραπάνω, με τη μισή ευθύνη δική μας μιας και δεν ενημερωνόμαστε όσο θα έπρεπε.
Όσο δυσάρεστη και να είναι η πραγματικότητα γύρω από το κυνήγι στην Ελλάδα, είναι ευθύνη καθενός κυνηγού ατομικά να ενημερώνεται και να διαμορφώνει άποψη για τις εξελίξεις που σχετίζονται με αυτό. Μόνο τότε, και μόνο έτσι, θα μπορέσουμε να το διατηρήσουμε όπως το μάθαμε από τους πατεράδες μας και να το μεταφέρουμε στα παιδιά μας. Ενημέρωση – συμμετοχή – ορθή επιλογή εκπροσώπων θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν το τρίπτυχο της επιτυχίας.
Καλά είναι τα dvd και οι κυνηγετικές ιστορίες αλλά αν δε κοπιάζουμε και λίγο για να ενημερωνόμαστε, τότε φοβάμαι πως θα καταλήξουμε να μαζευόμαστε τα σαββατοκύριακα και αντί για κυνήγι, να καθόμαστε μπροστά σε κάποια οθόνη και να νοσταλγούμε.
Πριν λίγες μέρες έληξε η δημόσια διαβούλευση για τα δασικά οικοσυστήματα στην οποία μεταξύ άλλων ρυθμίζονται και ζητήματα σαν το παραπάνω. Με λύπη μου διαπίστωσα πως μόνο η ΚΣΕ και η ΚΟΜΑΘ τοποθετήθηκαν σε αυτό το τόσο σημαντικό για τους κυνηγούς νομοσχέδιο. Ελπίζω να κάνω λάθος, αλλά το κυριότερο που ελπίζω είναι να καταφέρουνε όσο περισσότεροι κυνηγοί γίνεται στο μέλλον, παρά τα προβλήματα που όλοι αντιμετωπίζουμε να καταθέτουν τη γνώμη τους στις άμεσα σχετικές με τη θήρα εξελίξεις, είτε ατομικά, είτε μέσα από τις Κυνηγετικές Οργανώσεις. Οι διοικήσεις των Συλλόγων αποτελούνται από 7-9 άτομα τα οποία έχουν τα προβλήματα και τις υποχρεώσεις που έχουμε όλοι. Οι Σύλλογοι όμως έχουν εκατοντάδες ή και χιλιάδες μέλη που θα μπορούσαν να προσφέρουν σημαντικό έργο προς την παραπάνω κατεύθυνση για την προάσπιση του κυνηγιού στην Ελλάδα.
Παρά τις αντιξοότητες επιμένω να πιστεύω πως ενωμένοι και ενημερωμένοι οι κυνηγοί μπορούν να δυσκολέψουν ως να ακυρώσουν κάθε αντικυνηγετική πρωτοβουλία, από τους «γνωστούς αγνώστους» μέσα κι έξω από Υπουργεία και Υπηρεσίες.
Υ.Γ. Σχολιασμός των περιορισμών που ισχύουν για το κυνήγι και τα πυροβόλα όπλα στα Δασικά Χωριά
Η απαγόρευση της θήρας εντός του οικισμού και σε ακτίνα 1000 μέτρων περιμετρικά αυτού, θεωρώ πως ως διάταξη μπήκε εκ του πονηρού, διότι η Υπουργική Απόφαση υπερθεματίζει του Νόμου όπου το κυνήγι επιτρέπεται 250 μ από την περίμετρο των οικισμών. Δεν υπάρχει λογική στο να μπορεί να επιτρέπεται η θήρα στα 250 μ. από τις πόλεις και να χρειάζονται 1000 μ. για τα δασικά χωριά.
Σχετικά με την απαγόρευση εκ μέρους των επισκεπτών – χρηστών στην εισαγωγή παντός είδους πυροβόλων όπλων, θεωρώ πως επίσης δε συνάδει με την κοινή λογική.
Να το κάνει τι το όπλο του ο πιθανός επισκέπτης εντός του δασικού χωριού; Επίδειξη; Παιχνίδι; Σε κάθε περίπτωση το όπλο θα παρέμενε «λελυμένο και εντός θήκης» στο αυτοκίνητο του επισκέπτη, όπως ορίζουν οι σχετικές διατάξεις. Σε όλες τις εγκαταστάσεις των δασικών υπηρεσιών της Ευρώπης, όχι μόνο επιτρέπεται η εισαγωγή πυροβόλων όπλων, αλλά παρέχονται στους υπαλλήλους τους, αλλά και στους φιλοξενούμενους, οπλοβαστοί ασφαλείας. Έχουμε να κάνουμε επομένως με μια τριτοκοσμική αντιμετώπιση του θέματος «κυνήγι – δασοπονία».
O Τρυποφράχτης
email : [email protected]
