1,3K



Η σημαντική αύξηση στους πληθυσμούς του αγριόχοιρου τόσο σε εθνικό όσο και σε Ευρωπαϊκό επίπεδο είναι μάλλον γνωστή σε όλους τους κυνηγούς. Άμεση συνέπεια αυτής της πληθυσμιακής αύξησης, είναι η συνεχώς αυξανόμενη παρουσία αγριόχοιρων ακόμη και σε περιοχές που παλιότερα δε θα φανταζόταν κανείς ότι θα φτάνανε τα συγκεκριμένα ζώα.
Τα παραπάνω είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε και ιδίοις όμμασι πέρυσι, σε ένα κυνήγι μπεκάτσας, όπου συναντήσαμε έναν αγριόχοιρο σε περιοχή με μηδενικό υψόμετρο, πολύ κοντά στην εγνατία οδό. Ο κάπρος τελικά βέβαια, παρά τρίχα μας τη γλίτωσε τελικά και μας στέρησε έτσι τη δυνατότητα να καμαρώσουμε τη θήρευση του θρύλου του δάσους.
Ήταν Κυριακή είκοσι του Οκτώβρη του 2013 και αν και η εμπειρία θέλει τις πρώιμες μπεκάτσες να είναι στα ψηλά, η παρέα, δύο κυνηγοί και ένας σκύλος, πήγαμε για μπεκάτσες στο παραποτάμιο δάσος ενός ρέματος στον κάμπο της Βέροιας που το Χειμώνα βρίσκουμε μερικές από τις βασίλισσες του δάσους.
Την προηγούμενη μέρα μόνος μου, είχα σηκώσει δύο φορές την πρώτη μπεκάτσα της χρονιάς στο συγκεκριμένο μέρος, την οποία τελικά καρπώθηκα στο δεύτερο σήκωμα και μας είχε ανοίξει η όρεξη για τα καλά. Στη συγκεκριμένη έξοδο είχα δει και κάτι πατήματα από αγριογούρουνο, αλλά σκέφτηκα πως θα κατεβαίνουν από το βουνό για να φάνε καλαμπόκια και θα επιστρέφουν το πρωί ξανά πάνω. Υπάρχουν πολλές μαρτυρίες τόσο αγροτών όσο και κυνηγών που επιβεβαιώνουν το παραπάνω σενάριο.
Μετά από άκαρπη αναζήτηση μίας ώρας, φτάνουμε στο τέλος του μονοπατιού που επέτρεπε να είμαστε ένας από τη μία και ένας από την άλλη στο ρέμα και ετοιμαζόμουνα να βγω έξω προς το δρόμο που περίμενε ο συγκυνηγός μου.
Κάπου εκεί, και ενώ είμαι τελείως χαλαρός, χάνω το σκύλο και σε λίγο τον βλέπω να φερμάρει προς ένα πυκνό με βάτα. Ο μπακ είχε παράξενη συμπεριφορά και χαριτολογώντας θα μπορούσα να πω πως περισσότερο φαινόταν να θέλει να φύγει προς την άλλη κατεύθυνση, παρά να πάει προς το θήραμα.
Η οχτάμηνη όμως έλλειψη επαφής με τις μπεκάτσες και η λαχτάρα που αυτή δημιουργεί στο μπεκατσοκυνηγό μέχρι τις πρώτες του συναντήσεις με το αγαπημένο του θήραμα, περιόρισε σημαντικά τη λογική και ενώ όλα έδειχναν πως το θήραμα που είχε εντοπίσει ο μπακ δεν ήταν μπεκάτσα, εγώ λανθασμένα συμπεριφέρθηκα σαν να πρόκειται για το αντίθετο.
Έτσι, πάω και ενθαρρύνω το σκύλο να πάει προς το θήραμα, με τις αισθήσεις μου σε εγρήγορση και τα 8άρια σε ετοιμότητα, περιμένοντας να ακούσω το γνωστό φτεροκόπημα του σηκώματος.
Μετά από λίγα μέτρα, τα οποία διέσχισε με προφανή διστακτικότητα ο μπακ, ο οποίος συνέχεια με κοιτούσε σαν να ήθελε να με ρωτήσει «είσαι σίγουρος εδώ που πάμε;», το σκυλί κοκάλωσε τελείως, με την τρίχα του σηκωμένη στη ράχη.
Συνεχίζοντας να αγνοώ τα μηνύματα που έδιναν το μέρος και το σκυλί, ορμάω μπροστά του με αποφασιστικότητα για να σηκώσω την υποτιθέμενη μπεκάτσα.
Το αρσενικό γουρούνι, κάπου στα 30-40 κιλά καθαρό κρέας (περσινή γέννα) που είχε γιατακιάσει λίγα μέτρα πιο πέρα, ξεχύθηκε ταχύτατα να φύγει από τον κλοιό. Το γιατάκι του ήταν 7-8 μέτρα μέσα στο κέντρο από τα εκτεταμένα βάτα με αποτέλεσμα στην αρχή να μην το δω. Το έδαφος μαλακό, και τα βάτα χλωρά, δεν επέτρεψαν στο θρύλο του δάσους να κάνει το συνήθη θόρυβο που κάνει αγριογούρουνο όταν τρέχει στο δάσος.
Έτσι, κάπου εκεί έγινε και το πρώτο «μοιραίο» λάθος, μιας και στο παρελθόν έχουμε σηκώσει 4-5 φορές στο συγκεκριμένο σημείο μία αγριόγατα και επιμένοντας πεισματικά να αρνούμαι να πιστέψω πως θα μπορούσε να είναι αγριογούρουνο, κατέβασα το ντουφέκι ασυναίσθητα με απογοήτευση.
Σε κλάσματα του δευτερολέπτου, βλέπω το γουρούνι σε απόσταση 3-4 μέτρων να τρέχει σα σίφουνας μέσα στα βάτα και το μπακ να το ακολουθεί κατά πόδας. Σήκωσα το ντουφέκι ξανά, αλλά ήταν ήδη αργά μιας και είχαν εξαφανιστεί άμεσα θήραμα και σκύλος από το οπτικό μου πεδίο για να περάσουν απέναντι από το ρέμα.
Σε κατάσταση ψιλοπανικού, φωνάζω στο συγκυνηγό μου «γουρούνι, πρόσεχε, άκου το κουδουνάκι του μπακ που το κυνηγάει και τρέχα προς τα κεί».
Δεν περνάνε είκοσι δευτερόλεπτα και ακούω ένα βιαστικό ντουμπλέ από τη μεριά του. Αν και η ελπίδα παρέμενε ζωντανή, τη χαρά του ότι το πρόλαβε για να του ρίξει, παραμέριζε η διαίσθηση πως μας έφυγε, από τη βιασύνη με την οποία φάνηκε πως έπεσαν οι ντουφεκιές.
Δυστυχώς αποδείχτηκε τελικά πως είχα δίκιο. Ο συγκυνηγός μου έτρεξε πίσω προς την κατεύθυνση που πήγαινε το γουρούνι με το μπακ στο κατόπι του και το είδε να πηδάει από το ρέμα κάθετα στο δρόμο που ήταν και να περνάει στο δάσος από την άλλη μεριά. Εκεί, σε απόσταση 60-70 μέτρων του έριξε τις δύο ντουφεκιές, οι οποίες ήταν με μολύβια μιας και δράμια δεν είχε μαζί του εκείνη τη μέρα. Αυτό ενδεχομένως μας στέρησε την τεράστια επιτυχία, με δεδομένο το ότι το γουρούνι ήταν μικρό σχετικά και η απόσταση τέτοια που και τα δράμια θα την κάνανε τη δουλειά τους. Τα είδε τα μολύβια λέει που σκάσανε στα πόδια του κάπρου, στη δύσκολη ομολογουμένως ντουφεκιά, αλλά το ζώο συνέχισε απτόητο την πορεία του.

Τρέχω αλαφιασμένος προς τα κει και μου εξηγεί τα καθέκαστα. Η συστάδα στην οποία πέρασε το γουρούνι δεν ήταν μεγαλύτερη από 50 στρ. οπότε προσπαθήσαμε άμεσα να καταστρώσουμε σχέδιο μάχης καινούριο.
Βάζουμε το μπακ στο πέρασμα αλλά όπως ήταν αναμενόμενο δεν ακολούθησε. Παίρνω το σκύλο να πάμε από απέναντι μήπως έμεινε μέσα το γουρούνι, ή μήπως το δούμε να τρέχει πουθενά στις καλλιέργειες. Τζίφος σε όλα. Αρχίζω να ιχνηλατώ με το σκύλο μπας και βρούμε πάτημα ή μυρωδιά για να ξέρουμε τουλάχιστον αν έφυγε ή αν είχε μείνει στην ασφάλεια του πυκνού.
Φυσικά πάλι δεν είχαμε αποτέλεσμα μιας και η ξηρασία και η μορφολογία του εδάφους δεν ευνοούσαν την ιχνηλασία. Εκτός των κακών συνθηκών, και ο μπακ αν και μπορεί να ασχολείται με τα τριχωτά όταν βρεθεί δίπλα τους, στη συνέχεια δεν έχει δείξει ποτέ ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Με εμφανή την απογοήτευση αλλά και την αγωνία για το ενδεχόμενο να έχουμε ή να δημιουργήσουμε μία δεύτερη ευκαιρία αφού ήμασταν άτυχοι στην πρώτη, προσπαθούμε εκ νέου να σχεδιάσουμε τις κινήσεις μας.
Καλέσαμε κάτι φίλους που κυνηγάνε γουρούνια στην περιοχή, αλλά αυτοί είχαν σε εξέλιξη το κυνήγι τους και φυσικά δε μπορούσαν να βοηθήσουν. Μπορεί για μας να ήταν λαχείο που χάσαμε αυτό που έγινε, αλλά για τους έμπειρους του είδους είναι κάτι τελείως συνηθισμένο.
Παραμείναμε στην περιοχή, ξανακάναμε τη γύρα της συστάδας με το σκύλο. Επιχειρήσαμε να μπούμε και μέσα όπου επέτρεπαν τα δίμετρα βάτα, αλλά μάταια. Όλα έδειχναν πως αφού το χάσαμε μέσα από τα χέρια μας και μάλιστα με δύο ευκαιρίες, μία στη φέρμα και μία αργότερα, άλλη ευκαιρία δε θα είχαμε.
Απογοητευμένοι και μη μπορώντας να πιστέψουμε αυτό που έγινε, πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Φυσικά ξεχάσαμε και μπεκάτσες και φέρμες και οτιδήποτε είχαμε σα στόχο στην εξόρμησή μας μιας και όπως και να το κάνει κανείς, το αγριογούρουνο όταν βρεθεί μπροστά σου ξεπερνά σε συγκίνηση οτιδήποτε άλλο.
Όπως συνηθίζεται σε τέτοιες περιπτώσεις, μετά το περιστατικό εφοδιαστήκαμε με τα καλύτερα δράμια της αγοράς και τα κουβαλούσαμε μαζί μας σε κάθε μπεκατσοκυνήγι που κάναμε.
Τελικά, οι επαφές μας με τα αγριογούρουνα δεν περιορίστηκαν εκεί, αλλά είχαμε και δεύτερη ευκαιρία, πάλι (πιθανά) με καπρί, αυτή τη φορά μεγαλύτερο όπως φάνηκε από τα «συμφραζόμενα». Το φέρμαρε ο μπακ στο πυκνό μέσα, αλλά αντί να τραπεί σε φυγή αυτή τη φορά, προτίμησε να τρομάξει το σκύλο που βγήκε σε μας με την ουρά κατεβασμένη και στη συνέχεια έφυγε ανενόχλητο στην ασφάλεια του πυκνού. Εννοείται πως προσπαθήσαμε τρέχοντας πάλι στα μονοπάτια να το εντοπίσουμε και να το ντουφεκίσουμε, αλλά μάταια όπως ήταν αναμενόμενο.
Έτσι, προσθέσαμε μία δυνατή εμπειρία στο ενεργητικό μας, με αγριογούρουνο στον κάμπο, την οποία κάθε φορά που φέρνω στο μυαλό μου, έρχεται αυτόματα και η πίκρα και η απογοήτευση της ατυχίας που είχαμε.
Που θα πάει όμως. Μια του κλέφτη, δυό του κλέφτη. Την Τρίτη αν ξανασυμβεί, και εφόσον είναι πάλι σε επιτρεπόμενη μέρα, ελπίζω να είμαστε εμείς οι τυχεροί και όχι τα αγριογούρουνα.

Υ.Γ. Μία μέρα πριν κάτσω να γράψω την παραπάνω ιστορία επισκέφτηκα ξανά την περιοχή για να μαζέψουμε βατόμουρα με το γιό μου. Εκεί, σε μία λακκούβα του δρόμου με λάσπες από τη βροχή της προηγούμενης μέρας, είδα ίχνη από αγριογούρουνο, αυτή τη φορά, μεγαλύτερα από τα περσινά. Πλάκα θα χει σκέφτηκα να είναι ακόμη εκεί το καπρί και μάλιστα μεγαλωμένο και να μας περιμένει ξανά.
Αντί επιλόγου
Η παρουσία αγριόχοιρων αλλά και των περισσότερων άλλων θηραμάτων στα πεδινά, αποτελεί αναμφίβολα κεφάλαιο προς αξιοποίηση από τους κυνηγούς. Αυτό όμως συνδέεται άρρηκτα με την παρουσία δασικής βλάστησης μέσα και γύρω από τα ρέματα και γιατί όχι ακόμη και σε άλλες περιοχές. Η δασική βλάστηση στα πεδινά απειλείται στις μέρες μας επικίνδυνα από τη λαθροϋλοτομία.
Από τη μια οι εγκληματικές πολιτικές αποφάσεις που σχετίζονται με το βασικό αγαθό της θέρμανσης αλλά και με τη στελέχωση και τον εξοπλισμό των αρμόδιων Υπηρεσιών, από την άλλη η εγκληματική κοινωνική αδιαφορία όσων από ανάγκη ή ακόμη χειρότερα από συμφέρον κόβουν παράνομα τα δέντρα των πεδινών περιοχών, ολοκληρώνουν με γοργούς ρυθμούς την καταστροφή.
Αν δεν αλλάξει κάτι άμεσα και ριζικά, τότε φοβάμαι πως θα χάσουμε ένα από τα πιο πολύτιμα κεφάλαια της Ελληνικής φύσης, τις δασικές πεδινές εκτάσεις που είναι έτσι κι αλλιώς είδος εν ανεπαρκεία. Είναι μακράν προτιμότερο για τη φύση να κόβουν από το βουνό ξύλα που υπάρχουν σε αφθονία και δε θα λείψουν, παρά στα πεδινά, χλωρά ή ξερά δέντρα, τα οποία είναι πολύτιμα για την πανίδα αλλά και γενικότερα.
του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΓΚΑΣΙΟΥ
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΧΑΡΗΣ ΓΚΙΚΑΣ
