1,K


Του Θωμά Πετρόχειλου
Διαλέγουμε τα παραγγέλματα από λέξεις τις οποίες δεν χρησιμοποιούμε στην καθημερινή μας ζωή. Τα περισσότερα παραγγέλματα τα οποία χρησιμοποιώ τα έχω δανεισθεί από τα γερμανικά και είναι τα : 1) «φους» που σημαίναι περπάτα δίπλα στο αριστερό μου πόδι ή έχε με στο δεξί σου πλευρό, 2) «ζιτς» το οποίο σημαίνει κάτσε, 3) «πλατς» που σημαίνει ξάπλωσε, 4) «μπλάιπ» το οποίο σημαίνει μείνε και περίμενε στη θέση στην οποία βρίσκεσαι, 5) «χίια» που σημαίναι έλα, 6) «χοπ» που σημαίναι πήδα, 7) «στοπ» που σημαίνει σταμάτησε.
Ο Φον Στεφανιτ γράφει ότι στην εκπαίδευση πρέπει να χρησιμοποιούμε πνίχτη, αλλά έχουμε καλύτερη αμεσότητα με ένα κομμάτι αλυσίδα, που ο τελευταίος κρίκος μπαίνει μέσα στον ανάλογο κρίκο του φάρδους του λαιμού του ζώου και σαν καβίλα περνάει η σούστα της αλυσίδας, την οποία κρατάμε στο δεξί μας χέρι.
Το σκυλί πρέπει να μας έχει πάντοτε στα δεξιά του. Όταν απομακρυνθεί από το αριστερό μας πόδι, τινάζουμε την αλυσίδα δυνατά και όταν αυτό πάρει τη θέση του, το χαιδεύουμε με το αριστερό μας χέρι στη δεξιά πλευρά του κεφαλιού του, για να συνηθίσει να βρίσκεται σε αυτό το σημείο. Αλλάζουμε κατευθύνσεις και ταχύτητες, έτσι ώστε να φιξαριστεί εκεί και το χαιδεύουμε συνέχεια. Σε άθε αλλαγή κατευθύνσεως προφέρουμε το παράγγελμα «φους» και κτυπάμε το αριστερό μας πόδι με το αριστερό χέρι. Μετά από λίγες διαδρομές και ενώ το ζώο έχει αρχήσει να προσαρμόζεται, σταματάμε, υψώνουμε το δεξί μας χέρι παράλληλα με το σώμα μας, με το δείκτη προς τα πάνω, δίνοντας το παράγγελμα «ζιτς». Εάν το ζώο δεν καθίσει, τότε τινάζουμε την αλυσίδα μας προς τα εμπρός σε γωνία 45 ο με το έδαφος. Το σκυλί για να αντιδράσει στο τίναγμα αυτό κάθεται και εμείς αμέσως το επιβραβεύουμε. Πάντοτε χρησιμοποιούμε τη φυσική αντίδραση του ζώου στην πίεση, αντί να προσπαθούμε να την καταστείλουμε. ‘Ετσι πιέζουμε το ζώο πολύ λιγότερο και τα αποτελέσματα είναι άμεσα. Εφ’ όσον επαναλάβουμε τις ασκήσεις αυτές 3 -4 φορές, τότε και εφ’ όσον το σκυλί βρίσκεται στη θέση “ζιτς” τραβάμε μαλακά την αλυσίδα μας μπροστά λέγοντάς του το παράγγελμα “μπλάιπ” δείχνοντας την παλάμη μας. Το σκυλί μπορεί να θέλει να σηκωθεί. Για να μείνει στη θέση του και εμείς να απομακρυνθούμε, χωρίς να μας ακολουθήσει, κάνουμε δυο ή τρεις στροφές γύρω από τον εαυτό μας προς τα αριστερά και απομακρυνόμαστε σε κάθε στροφή λίγο περισσότερο.
Όταν φθάσουμε 1 1/2-2 μέτρα μακριά του και αυτό παραμένει στο «μπλαιπ», τότε συνεχίζουμε την απομάκρυνσή μας πιο άνετα.
Φθάνουμε 5 μέτρα μακριά, ξαναγυρίζουμε και περνάμε από μπροστά του επαινώντας το. Όταν φτάσουμε στη διαμετρικά αντίθετη απόσταση ξαναγυρίζουμε σε αυτό με το αριστερό μας πόδι στο δεξί του πλευρό, το χαιδεύουμε και ξεκινάμε κάνοντας λίγες διαδρομές με το σκυλί στο «φους», αλλάζουμε κατευθύνσεις , κάνουμε μεταβολές προς τα δεξιά και αριστερά, φροντίζοντας πάντα να μας έχει το σκυλί στο δεξί του πλευρό και αν είναι δυνατό, να είναι κολλημένο επάνω μας. Αν απομακρυνθεί από το πόδι μας τινάζουμε την αλυσίδα και φέρνουμε το σκυλί δίπλα σε αυτό, αμέσως δε μετά το χαιδεύουμε. Τις διαδρομέ αυτές τις συνοδεύουμε με 2-3 «ζιτς». Στο τελευταίο αφήνουμε το σκυλί στο «μπλάιπ», δείχνοντάς του την παλάμη μας και απομακρυνόμαστε, κιάνοντας σταυρούς με τις διαδρομές μας, με κέντρο το σκυλί, ώστε να μην έχει σταθερή κατεύθυνση απομάκρυνσης. Εάν το σκυλί σηκωθεί, σταματάμε αμέσως και το διατάζουμε να καθίσει με το παράγγελμα «ζιτς» και αμέσως μετά το επαινούμε.
Εάν δεν υπακούσει και έλθει προς το μέρος μας, τότε πιάνουμε την αλυσίδα και με μια δύναμη σταθερή των 10 κιλών προς τα επάνω το ξαναπάμε στη θέση του, δίνοντάς του πάλι το «μπλάιπ» και τραβώντας την αλυσίδα μας μαλακά προς τα εμπρός, επιτείνουμε το παράγγελμά μας και ξαναρχίζουμε τις σταυρωτές επαναλήψεις μας. Οι κινήσεις μας πρέπει να είναι άνετες, σίγουρες, τα παραγγέλματα να τονίζονται στην πρώτη συλλαβή και ο τόνος μας να είναι πάντοτε μαλακός. Μετά από λίγο επιστρέφουμε στο σκυλί, το χαιδεύουμε και ξαναρχίζουμε τις διαδρομές μαζί του. Το ζώο με όλα αυτά έχει γίνει πολύ διτακτικό. Στην Τρίτη διαδρομή ξαφνικά σταματάμε, τινάζουμε την αλυσίδα μας από πάνω προς τα κάτω κυματιστά, διατάζοντας «πλατς» ή δείχνοντας το έδαφος, το σκυλί ξαφνιασμένο απλώνει, εμείς το επαινούμε και το χαιδεύουμε, αμέσως δε μετά του λέμε «μπλάιπ» εγκαταλείποντάς το και ξαναρχίζοντας τις διαδρομές.
Εάν κάνει να σηκωθεί, σταματάμε επί τόπου ξαφνικά και δείχνοντας το έδαφος εμπρός από τα πόδια του, του λέμε πάλι «πλατς». Εάν δεν ξαπλώσει, πηγαίνουμε εκεί και τινάζοντας την αλυσίδα κυματιστά, το βάζουμε στο «πλατς» μετά στο «μπλάιπ» και απομακρυνόμαστε πάλι πηγαίνοντας στηυν καρέκλα μας και περιμένουμε εκεί για 1-2 λεπτά. Το ζητούμενο είναι να αρχίσει το σκυλί να λειτουργεί, χωρίς όμως να το πιέσουμε υπερβολικά.
Συμπεριφερόμαστε περίπου σαν να παίζουμε, αλλά δίνουμε ταυτόχρονα τα μηνύματα τα οποία θέλουμε. Όταν δούμε ότι αρχίζει να ανησυχεί και θέλει να σηκωθεί, κοιτάζοντας δεξιά και αριστερά ξαναρχίζουμε. Πηγαίνουμε πάλι δίπλα του, το χαϊδεύουμε, του λέμε “φους” και ξεκινάμε. Κάνουμε σλάλομ με σημαίες, πηδάμε μικρά εμπόδια λέγοντάς του ταυτόχρονα “χοπ”, περνάμε δίπλα από σκυλιά, ανθρώπους, πότε τρέχοντας και πότε περπατώντας. Πότε πότε, του δίνουμε ένα “πλατς” ή “ζιτς” χαιδεύοντας το πάντοτε από τη μεριά του αριστερού μας ποδιού.
Τα μόνα τα οποία μένουν σταθερά σε όλη τη διαδικασία είναι οι λέξεις και οι χειρονομίες των παραγγελμάτων , τα οποία σιγά σιγά επαναλαμβανόμενα εντυπώνονται στο ζώο. Πρέπει συνεχώς να διανθίζουμε τις ασκήσεις μας με κάτι καινούργιο, ώστε να μην βαριέται το ζώο, Μετά από 3 -4 λεπτά σταματάμε, βάζουμε το ζώο στο “πλατς” και “μπλάιμ” και πάμε στη θέση μας, όπου περιμένουμε 5 -1 Ο λεπτά, δίνοντας στο ζώο το χρόνο να ηρεμήσει και να αποβάλει την πίεση στην οποία το έχουμε υποβάλει. Στην προσπάθειά του αυτή θα δούμε ότι πολλές φορές το παίρνει και ο ύπνος, Μετά την πάροδο του προκαθορισμένου χρόνου πηγαίνουμε σε απόσταση 2 -3 μέτρων πίσω από το σκυλί και το καλούμε λέγοντας το όνομά του και το παράγγελμα “χίια’, φέρνοντας την παλάμη του δεξιού μας χεριού στην κοιλιά μας. Εάν αυτό δεν έλθει, τότε ρίχνουμε επάνω του ένα κομμάτι αλυσίδα βάρους 100 γραμμαρίων και επενελαμβάνουμε την ανάκληση. Αυτό ξαφνιάζεται και έρχεται γρήγορα. Όταν έλθει το χαιδεύουμε, του λέμε “φους” αφήνοντας την αλυσίδα να σέρνεται πίσω του. Μετά, χωρίς πλέον να κρατάμε αλυσίδα, του λέμε “ζιτς”, “μπλάιπ”, απομακρυνόμαστε λίγα μέτρα δεξιά και αριστερά από το ζώο και μετά του ξαναδίνουμε ανάκληση.
‘Οταν έλθει το χαιδεύουμε, του λέμε “φους” και κάνουμε λίγες διαδρομές με την αλυσίδα να κρέμεται. Μετά το βάζουμε στο “πλατς” και το αφήνουμε εκεί για άλλα 10 λεπτά. ‘Οταν τελειώσει ο χρόνος το παίρνουμε, το πηγαίνουμε στο χώρο στον οποίο το έχουμε συνηθίσει να το κάνουμε βόλτα, το αφήνουμε ελεύθερο και του συμπεριφερόμαστε όπως συνήθως, αποφεύγοντας να δώσουμε οποιαδήποτε εντολή.
‘Ενα από τα βασικά πράγματα, τα οποία πρέπει να θυμόμαστε, είναι ότι όταν περπατάμε με το ζώο στο “φούς”, η αλυσίδα μας πρέπει να είναι τελείως χαλαρή, ώστε το ζώο να αισθάνεται περίπου ελεύθερο. Δεν πρέπει να δείχνει φοβισμένο, αλλά να κολλάει και πολλές φορές να ανεβαίνει πάνω μας.
Οι διορθώσεις με την αλυσίδα πρέπει να γίνονται μόνο όταν το ζώο δεν υπακούσει και αμέσως μετά να επαινεθεί. Δεν του δίνουμε παραγγέλματα όταν έχει τη δυνατότητα άρνησης. Όταν δεν εκτελεί μια εντολή, η διόρθωση επαναλαμβάνεται αμέσως ισχυρότερη. Όσο μακρύτερα είναι το ζώο απο΄εμάς, και όσο πιο μεγάλοι είναι διάφοροι πειρασμοί του περοβάλλοντος, τόσο ισχυρότερη πρέπει να είναι η επιρροή μας, ώστε το ζώο να μας υπακούσει.
Τις επόμενες ημέρες επαναλαμβάνουμε τις ασκήσεις «φους», «μπλάιπ», «χίια», «χοπ», «στοπ» δυσκολεύοντάς τις μέρα με τη μέρα ως εξής :
Περπατάμε με το ζώο σε όλο και πιο πολυσύχναστους δρόμους από ανθρώπους και αυτοκίνητα ή ανάμεσα σε ζώα, καθώς και έξω στην εξοχή ή ανάμεσα σε κομμάτια τροφής.
Το σκυλί, την ώρα που περπατάμε, δεν πρέπει να δίνει σημασία σε τίποτα από όλα αυτά, να βρίσκεται κολλημένο πάνω στο αριστερό μας πόδι. Εάν ξεφύγει από εκεί για οποιοδήποτε λόγο, το διορθώνουμε τινάζοντας την αλυσίδα και αμέσως μετά το χαιδεύουμε. Εάν προπορευθεί, αλλάζουμε κατεύθυνση 180 μοιρών προς τα δεξιά και τινάζουμε την αλυσίδα μας προς το αριστερό μας πόδι. Μετά από 10 μέτρα περίπου το ξανακά- νουμε, ώστε να βρεθούμε στην αρχική μας πορεία. Στις διαδρομές αυτές, οι οποίες πρέπει να διαρκούν 15 λεπτά περίπου , θα δώσουμε ένα “ζιτς” ή “πλατς” ανά 100 έως 150μέτρα.
Οι απομακρύνσεις μας από το ζώο, όταν αυτό είναι μπλοκαρισμένο με το “μπλάιτ”, αρχίζουν ανά 2 μέτρα μέχρι 8 και από τις δύο πλευρές του ζώου και φτάνουν ανά 10 μέχρι 40 τις επόμενες 8 ημέρες, αυξάνοντας ένα μέτρο την ημέρα και στις 2 θέσεις “ζιτς” και “πλατς”,
‘Οταν το ζώο εγκαταλείπει τη θέση του, το διορθώνουμε και επαναλαμβάνουμε την άσκηση από την αρχή, ‘Οταν το ζώο έχει πεισθεί πλέον να μην εγκαταλείπει τη θέση του “μπλάιπ”, τότε το τοποθετούμε στη θέση “πλατς” σε απόσταση περίπου 8 μέτρα από ένα θάμνο, του λέμε “μπλάιπ” και απομακρυνόμαστε πηγαίνοντας πίσω από το θάμνο αυτό και μένουμε εκεί για 5 δευτερόλεπτα, εκτός οπτικού πεδίου του ζώου. Μετά, θα βγούμε να μας δει, ξανακρυβόμαστε, μετράμε 10 δευτερόλεπτα και ξαναβγαίνουμε να μας δει. Το επαναλαμβάνουμε αυτό, αυξάνοντας κάθε φορά 10 δευτερόλεπτα μέχρι να συμπληρώσουμε 50 δευτερόλεπτα κρυμμένοι. Εάν το ζώο σε κάποπι φάση της άσκησης εγκατέλειψε τη θέση του, με μια δύναμη σταθερά προς τα πάνω 10 κιλών, το ξαναγυρνάμε σε αυτή.
Η επιτυχία των μαθημάτων αυτών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την στιγμή που θα επιλέξουμε για να αρχίσουν να γίνονται, διότι εάν το κουτάβι δεν βρίσκεται στην κατάλληλη ψυχολογική διάθεση, οι πιθανότητες επιτυχίας, θα είναι περιορισμένες.
Δεν πρέπει να είναι ούτε εκτός εαυτού από υπερβολικό εξιτάρισμα, ούτε πιεσμένο ψυχολογικά από την πίεση. ‘Εχει προηγηθεί ένα ελαφρύ πεντάλεπτo ντρεσάρισμα και μετά από λίγα χάδια, του παρουσιάζουμε μια πετσέτα, την οποία έχουμε δέσει σε κόμπους, έτσι ώστε να μοιάζει με μπάλα και την κινούμε μπροστά του εξοθώνταςτο να τηνπάρει απόταχέρια μας. ‘Οταν αυτό συμβεί και ενώ αυτό κρατάει την πετσέτα στο στόμα του, εμείς το χαιδεύουμε και μετά του την παίρνουμε μαλακά από το στόμα, λέγοντάς του το παράγγελμα «άστο» συνεχίζοντας να το χαιδεύουμε.
Εάν το ζώο δείχνει μετά από αυτό αρκετά ορεξάτο, τότε ρίχνουμε την πετσέτα 1 ή 2 μέτρα μακριά του και αυτό, τρέχει, την παίρνει και έρχεται σε εμάς χαρούμενο. Τότε εμείς χαιδεύουμε το ζώο επαινώντας το, χωρίς στην αρχή να πιάσουμε την πετσέτα και μετά του την παίρνουμε μαλακά, προφέροντας το ίδιο παράγγελμα.
Δεν επαναλαμβάνουμε την άσκηση παρά μόνο την επομένη μέρα, αυξάντοντας την απόσταση που του ρίχνουμε την πετσέτα κατά 1 έως 2 μέτρα, προσθέτοντας το παράγγελμα «πάρτο» κατά τη στιγμή της εκτόξευσηςτου αντικειμένου. Κάθε μέρα μπορεί να επαναλαβάνεται αυτή η άσκηση -παιχνίδι, μια ή δυο φορές, όχι περισσότερο, διότι εάν βαρεθεί και δεν την εκτελέσει, δεν μπορούμε να του το επιβάλουμε, τουλάχιστο στο στάδιο αυτό, για να μη δημιουργήσουμε κακό προηγούμενο.
Η απόσταση στην οποία πρέπει να φτάσουμε να κάνει επαναφορά στο στάδιο αυτό είναι τα 10 έως 15 μέτρα. Ανεξάρτητα από την προηγούμενη άσκηση και σε μια τελείως διαφορετική χρονική στιγμή, αλλά με την ίδια ψυχολογική κατάσταση, βάζουμε το κουτάβι στα πρώτα μαθήματα σταθεροποίησης της ενστικτώδους φέρμας. Εφόσον έχουμε δουλέψει ελαφρά με το κουτάβι, για περίπου 5 λεπτά, το αφήνουμε ελεύθερο σε ένα περιφραγμένο μέρος έκτασης ενός περίπου στρέμματος, το οποίο πρέπει να διαθέτει βλάστηση, σε άλλα σημεία ύψους 15 -20 εκατοστών και σε άλλα μόλις 5 εκατοστών. Το αφήνουμε μόνο του να παίξει και να εξερευνήσει το χώρο για 10 λεπτά, ενώ πηγαίνουμε εκτός του χώρου αυτού και εκτός του οπτικού του πεδίου, παίρνουμε ένα ορτύκι εκτροφείου ζωντανό, το δένουμε από το ένα πόδι σε ένα σπάγγο μήκους 1,5 μέτρου και αφού το ζαλίσουμε με 5 -6 στροφές για να μην αντιδρά έντονα, το ρίχνουμε πίσω από τον ώμο μας συγκρατώντας το με το σπάγγο από μπροστά, ώστε να μη φαίνεται και μπαίνουμε μέσα στον περιφραγμένο χώρο.
‘Οταν απέχει το κουτάβι από εμάς 5 -6 μέτρα ρίχνουμε το ορτύκι, πλάγια από εμάς 1,5 μέτρο κρατώντας το σπάγγο. Εάν ορμήξει το κουτάβι για να το πιάσει, το τραβάμε απότομα, ώστε να μην το προλάβει, το κάνουμε 2 -3 στροφές πάνω από το κεφάλι μας, κρατώντας το από το σπάγγο και μετά το εξαφανίζουμε από τα μάτια του κουταβιού, ρίχνοντάς το πίσω από την πλάτη μας. Περιμένουμε 1 -2 λεπτά να απομακρυνθεί το κουτάβι και το επανα- λαμβάνουμε. Μετά από 2 -3 φορές θα αντιληφθεί ότι δεν μπορεί να το πιάσει και θα ακινητοποιηθεί σε φέρμα.
Τότε εμείς θα το επαινέσουμε πολύ μαλακά και θα πλησιάσουμε το ορτύκι με εμφανή προφύλαξη σαν να επρόκειτο να κινδυνεύουμε να μας φύγει. Το κάνουμε πολύ απαλά και με εξαιρετικά αργές κινήσεις το πηγαίνουμε στο κουτάβι το οποίο πρέπει να βρίσκεται ακόμη σε φέρμα, το πλησιάζουμε στη μύτη του, βάζοντας όμως το χέρι μας μεταξύ του πουλιού και του ζώου, ώστε να μην κινδυνεύουμε να μας το πάρει με μια απότομη κίνηση, ενώ με το άλλο χέρι, το χαιδεύουμε απαλά στην πλάτη. Μετά βάζουμε το ορτύκι στην μπλούζα μας, η οποία συγκρατείται από τη ζώνη μας, ώστε να μην πέσει το ορτύκι στο έδαφος, χαϊδεύουμε το κουτάβι και το παροτρύνουμε να φύγει.
Εάν κατά την διάρκεια που εμείς πλησιάζουμε το ορτύκι, το κουτάβι έσπαζε την φέρμα και ορμούσε, θα επαναλαμβάναμε την αρχική διαδικασία. Ολέθριο θα ήταν αν το κουτάβι μας προλάβαινε και έπιανε το ορτύκι. Θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί σε αυτό το σημείο. Εάν παρ’ όλο του ότι έχουμε επαναλάβει την άσκηση 4 -5 φορές το κουτάβι δε φερμάρει, βγαίνουμε από το χώρο και επαναλαμβάνουμε την άσκηση μετά από παρέλευση 2 ωρών .Εάν και πάλι τα αποτελέσματα είναι αρνητικά, η άσκηση θα επαναληφθεί μετά από 3 ή 4 μέρες.
‘Οταν η άσκηση έχει επιτύχει 1 ή 2 φορές στο κοντό γρασίδι, τότε θα την επαναλάβουμε στο ψηλότερο, ώστε το κουτάβι να μην έχει οπτική επαφή με το θήραμα. Το μήνυμα που παίρνει το κουτάβι με αυτή την άσκηση είναι ότι ο ιδιοκτήτης του μπορεί να πιάσει το θήραμα, ενώ το ίδιο αδυνατεί και ότι για να επιτευχθεί αυτό πρέπει να μείνει τελείως ακίνητο.
Μέχρι τώρα δίναμε παραγγέλματα στο κουτάβι μας, όταν αυτό ήταν δεμένο με αλυσίδα ή όταν βρισκόταν σε απόσταση μεν από εμάς, αλλά ήταν μπλοκαρισμένο με κάποιο παράγγελμα.
Εφόσον δουλέψουμε το ζώο για 10 περίπου λεπτά με την αλυσίδα του και εφ’ όσον δούμε ότι έχει μαλακώσει αρκετά, τότε του λέμε να ανεβεί επάνω μας, το χαϊδεύουμε, το λύνουμε, κρατάμε την αλυσίδα σαν μπάλα μέσα στο δεξί μας χέρι και του λέμε «φους» ξεκινώντας το περπάτημα. Σε κάθε αλλαγή κατευθύνσεως προφέρουμε πάλι «φους» και χτυπάμε το αριστερό μας πόδι με το αριστερό μας χέρι, 2 φορές. Εάν το κουτάβι απομακρυνθεί από το ύψος του ποδιού μας, τότε τη στιγμή κατά την οποία δεν μας προσέχει, ρίχνουμε την αλυσίδα πάνω του, αλλάζοντας κατεύθυνση και όταν αυτό έλθει δίπλα μας, το χαϊδεύουμε στη δεξιά του πλευρά.
Συνεχίζοντας το περπάτημα, δεν πηγαίνουμε να πάρουμε την αλυσίδα παρά μόνον εφ’ όσον έχουμε κάνει κύκλο τουλάχιστο 20 μέτρων και, όταν σκύβουμε να την πάρουμε, χαϊδεύουμε πάλι το κουτάβι.
Χρειάζεται να επιδείξουμε πολύ μεγάλη προσοχή, διότι το σκυλί πρέπει να τρομάξει από το πέταγμα της αλυσίδας, όταν απομακρύνεται από εμάς και όχι όταν έχει στρίψει και έρχεται προς το μέρος μας, διότι τότε θα πάρει τελείως διαφορετικό μήνυμα.
Πρέπει να αισθάνεται ασφαλές και χαρούμενο, όταν βρίσκεται μακριά σας. Θα συνεχίσουμε το περπάτημα για 100 μέτρα περίπου , με συνεχείς αλλαγές κατευθύνσεων και προς τα δεξιά και προς τα αριστερά, από 90 μοίρες μέχρι και 180, ανά 15 έως 20 μέτρα, μετά θα δώσουμε ένα «ζιτς» στο ζώο ή «πλατς» για 10 λεπτά και θα συνεχίσουμε το περπάτημα κατά τον ίδιο τρόπο για άλλα 100 μέτρα.
Εάν προσπαθήσει να απομακρυνθεί, επαναλαμβάνουμε την προηγούμενη διόρθωση. Στη συνέχεια, δένουμε πάλι το ζώο και κάνουμε τις συνηθισμένες αλλαγές κατευθύνσεων και ταχυτήτων , δίνοντας πάλι ένα δύο «ζιτς» ή «πλατς».
Από εκεί και πέρα η αλλαγή μεταξύ δεμένου και λυτού ζώου πρέπει να γίνεται ανά 20 έως 30 μέτρα, μέχρις ότου το ζώο να μην καταλαβαίνει τη διαφορά μεταξύ της μιας καταστάσεως και της άλλης.
Το χρονικό διάστημα που θα διαρκέσει το μάθημα αυτό για πρώτη φορά είναι γύρω στα 10 λεπτά και μετά θα αφήσουμε το ζώο να ξεκουραστεί στο «πλατς» ή «μπλάιπ» για μισή ώρα.
Στην αρχή η άσκηση αυτή γίνεται μέσα σε άλλο περιφραγμένο χώρο, έκτασης ενός περίπου στρέμματος, ο οποίος όμως δεν πρέπει να έχει κρυψώνες, στους οποίους θα μπορεί να κρυφτεί ο σκύλος επαναστατώντας κάποια στιγμή και στη συνέχεια, εφ’ όσον έχουμε αποκτήσει κάποια εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και στο ζώο, κάνουμε την άσκηση σε χώρο πάλι περιφραγμένο, έκτασης 10 περίπου στρεμμάτων .
Εάν το ζώο τη στιγμή κατά την οποία θα το λύσουμε φύγει από εμάς και δεν ακούει την ανάκληση, τότε για να το διορθώσουμε θα χρησιμοποιήσουμε τη σφενδόνα.
Τη σφενδόνα μπορούμε να τη βρούμε σε καταστήματα ειδών κυνηγιού και πρέπει να τη διαμορφώσουμε ως εξής: Δένουμε στο πίσω πετσί της ένα σπαγγάκι μήκους 15 εκατοστών στην άκρη του οποίου είναι δεμένο ένα κομμάτι από πλαστική σακούλα μέσα στο οποίο τοποθετούμε 1/2 περίπου κυβικά εκατοστά σκάγια Νο. 9.
Το σακουλάκι αυτό με τα σκάγια τα βάζουμε στο πετσί της σφεντόνας και όταν φωνάξουμε το ζώο το οποίο τρέχει ανεξέλεγκτο και δεν μας προσέχει, τότε το χτυπάμε από απόσταση με τα σκάγια, μην πλησιάζοντας όμως προς αυτό.
Προσέχουμε τη στιγμή που ρίχνουμε, το ζώο να μην κοιτάει προς το μέρος μας, ώστε να μην υπάρχει περίπτωση τα σκάγια να το χτυπήσουν στα μάτια, με αποτέλεσμα να το τραυματίσουν. ‘Οταν αυτό έλθει σε μας το χαϊδεύουμε και συνεχίζουμε το περπάτημα με το ζώο στο «φους».
Για τα μπλοκαρίσματα του ζώου από απόσταση θα χρειαστούμε ένα σκοινί ορειβασίας, πάχους 5 χιλιοστών, μήκους 15 μέτρων και 2 σταθερά σημεία, το ένα στο έδαφος, το οποίο δημιουργείται με ένα πάσαλο, ο οποίος έχει ένα σιδερένιο κρίκο αρκετά μεγάλο, ώστε να περνάει άνετα το σκοινί και το άλλο σε ύψος 2 μέτρων περίπου, αποτελούμενο από ένα περιστρεφόμενο «κλιπ», στο οποίο μπορεί να δεθεί το ζώο. Εφ’ όσον περάσουμε το σκοινί από το επάνω «κλιπ», δένουμε την άκρη του στο περιλαίμιο του σκύλου και αρχίζουμε το περπάτημα, με το σκοινί να κρέμεται από το ζώο, σε τόση ακτίνα, όση μας επιτρέπει αυτό.
Είναι η ώρα για να μπεί πλέον το κουτάβι μας συνειδητά στη διαδικασία της ελεγχόμενης φέρμας, πόντας, καθώς και της ακινησίας στο ξεπέταγμα του θηράματος.
Για ν’ αρχίσουμε αυτή τη διαδικασία, χρειάζεται άριστης ποιότητας θήραμα εκτροφής, το οποίο θα έχει συναίσθηση του κινδύνου, που συνεπάγετα ο σκύλος και ο κυνηγός και θα έχει τέτοια πτητική ικανότητα, ώστε θα είναι αδύνατον να πιαστεί από το σκύλο, ή χρησιμοποιούμε άγριο θήραμα, του οποίου όμως πρέπει να γνωρίζουμε περίπου την τοποθεσία στην οποία βρίσκεται, διότι το σκυλί μας πρέπει να το συναντήσει, όταν έχει ακόμα όλες του τις δυνάμεις και δεν έχει εξουθενωθεί από το πολύωρο ψάξιμο. Εάν διαθέτουμε το κατάλληλο θήραμα εκτροφής, τότε διαλέγουμε να το απελευθερώσουμε σε μια περιοχή η οποία έχει θάμνους, ενάμισι μέτρο ύψους, ώστε να χαθεί από την οmική επαφή του σκύλου μετά από τα πρώτα μέτρα πτήσεως,αλλά το μεταξύ των θάμνων διάστημα πρέπει να είναι αρκετά αραιό, ώστε η κίνηση του ζώου να είναι άνετη.
Το θήραμα απελευθερώνεται από ένα δρόμο χωρίς εμείς να πατήσουμε το τερραίν , στο οποίο θα ψάξει ο σκύλος.
Αρχίζουμε το ψάξιμο 300 μέτρα περίπου πριν από τη θέση στην οποία υποψιαζόμαστε ότι βρίσκεται το θήραμα. Πρέπει να προσέχουμε πάντοτε να έχουμε τον άνεμο προς το μέρος μας. Εάν ο σκύλος μας φερμάρει το θήραμα, τον επαινούμε με μία ήρεμη και σταθερή φωνή, η οποία δεν δείχνει κανενός είδους εκνευρισμό, τον πλησιάζουμε, τον χαϊδεύουμε και μετά διαγράφοντας μια κυκλική πορεία, τοποθετούμε το θήραμα μεταξύ της θέσεώς μας και του σκύλου μας, πλησιάζουμε αργά και προσεκτικά στο σημείο το οποίο μας δείχνει ο σκύλος και διώχνουμε το θήραμα. Εάν το ζώο κινηθεί στο ξεπέταγμα του θηράματος, το μπλοκάρουμε, το τοποθετούμε στο «πλατς» (χάμω) και το αφήνουμε να περιμένει τουλάχιστον 10 λεπτά, ώστε να ηρεμήσει από το σοκ το οποίο του προκάλεσε το θήράμα. Εάν δε, δεν το φερμάρει και το θήραμα ξεπεταχτεί από το τρέξιμο το ζώου, το μπλοκάρουμε, το επιπλήπουμε με τη φωνή και το αφήνουμε να περιμένει στη θέση του για 10 λεπτά.
Εάν το ζώο, κυνηγήσει το θήραμα και πάλι το μπλοκάρουμε και θατο πάμε μισοσηκωμένο από το περιλαίμιό, του πίσω στη θέση στην οποία έπρεπε να φερμάρει και θα το τοποθετήσουμε στο «πλατς» (χάμω). Πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί, ώστε ο σκύλος να μην πιάσει ποτέ το θήραμα. Η δε επίπληξη να είναι ανάλογη προς το χαρακτήρα του ζώου, το οποίο διαθέτουμε, διότι αν είναι πολύ αυστηρή, ο σκύλος φοβάται να ξαναπάει στο θήραμα, εάν δε, είναι πολύ ασθενής, εξακολουθεί να το καταδιώκει.
Μετά την παρέλευση των 10 λεπτών , δένουμε το ζώο και προχωρούμε μαζί του έχοντάς το στο «φους» (στο πόδι), το επανατοποθετούμε πάλι στα 300 μέτρα, πίσω από τη νέα θέση του θηράματος, προσέχοντας βεβαίως τον άνεμο και ξαναρχίζουμε το ψάξιμο. Οι πιθανότητες να φερμαριστεί το θήραμα τη δεύτερη φορά είναι περισσότερες.
Σε περίπτωση αποτυχίας, επαναλαμβάνουμε τη διόρθωση. Και στις δύο όμως περιπτώσεις, το ζώο θα πρέπει μετά το ξεπέταγμα του θηράματος, να μείνει ξαπλωμένο για 10 λεπτά.
Εάν και η δεύτερη φορά που έρθει το ζώο σε επαφή με το θήραμα είναι ανεπιτυχής, επαναλαμβάνουμε την άσκηση μετά από παρέλευση 2 ημερών.
Στην περίπτωση κατά την οποία έχουμε ένα φυσιολογικό ζώο, αρκεί, ώστε με δύο ή τρεις επαναλήψεις, να καταφέρουμε το κουτάβι μας να μείνει σταθερό στη φέρμα του, κατά το ξεπέταγμα του θηράματος και κατά τον πυροβολισμό, χωρίς βεβαίως, τουλάχιστον για αρκετά μαθήματα στην αρχή, να συνδιάσουμε τον πυροβολισμό με πτώση θηράματος. Αυτό θα γίνει μόνο εφόσον είμαστε απόλυτα βέβαιοι για τη σταθερότητα του ζώου και εφόσον έχουν γίνει τουλάχιστον 20 άμεμπτες εκτελέσεις.
Εάν όμως έχουμε ένα κουτάβι, το ο ποίο είναι σχετικά δειλό, δε διευρύνει την έρευνά του και δε δείχνει αρκετό πάθος, τότε είναι επικίνδυνο να εφαρμόσουμε έστω και αυτή τη μικρή πίεση, για να μπορέσουμε να φτάσουμε στη σταθερότητα στη φέρμα, στο ξεπέταγμα του θηράματος και στον πυροβολισμό, διότι κινδυνεύουμε το σκυλί μας, όταν ανακαλύπτει την αναθυμίαση του θηράματος, αντί να φερμάρει, να μαζεύεται και να γυρνάει πίσω φοβισμένο, να το παρακάμπτει, ή να κάνει ότι δεν το κατάλαβε.
Στην περίmωση αυτή, πρέπει να εφαρμόζουμε άλλη τακτική. Χρειαζόμαστε οπωσδήποτε ανοιχτά εδάφη και άγριο θήραμα, ώστε να τονώσουμε πρώτα απ’ όλα το κυνηγετικό πάθος του σκύλου μας.
Αριστο θήραμα για την περίπτωση αυτή είναι η καμπίσια πέρδικα. Το έδαφος επίσης, είναι εύκολο, δεν κουράζει το κουτάβι μας, το δε θήραμα όταν ξεπεταχθεί, φαίνεται κατά την ώρα που φεύγει σε μεγάλη απόσταση και παροτρύνει το ζώο να κυνηγήσει. Τότε στην περίπτωση αυτή, δεν επεμβαίνουμε για να μη μειώσουμε το κυνηγετικό ενδιαφέρον του σκύλου μας.
Οταν το ενδιαφέρον του ζώου έχει φτάσει σε αρκετά ικανοποιητικό σημείο, τότε χρειαζόμαστε ένα άρτια εκπαιδευμένο σκυλί, το οποίο να είναι άμεμπτο στη συμπεριφορά του. Δένουμε το κουτάβι μας και το κρατάμε στο «φους» (στο πόδι) προχωρώντας πίσω από το μεγάλο αυτό ζώο, το οποίο θα δείξει στο μικρότερο ποιά είναι η κατάλληλη συμπεριφορά.
Αφήνουμε το μεγάλο ζώο να ψάξει, να εντοπίσει τις πέρδικες και να τις φερμάρει.
‘Οταν γίνει αυτό, πηγαίνουμε και αφήνουμε το νέο κουτάβι πίσω από το μεγάλο σκυλί, τουλάχιστον 10 ή 15 μέτρα, έτσι ώστε να μπορεί να παρακολουθεί όλη τη διαδικασία.
Το αφήνουμε με την αλυσίδα να κρέμεται και το παράγγελμα «στοπ» «μπλαπ», δηλαδή «μείνε», Μετά κάνουμε τον κύκλο μας και βάζουμε τον εαυτό μας μεταξύ του θηράματος και του πρωτεύοντος ζώου, έτσι ώστε όταν ξεπεταχθούν τα πουλιά, να ακολουθήσουν κατεύθυνση αντίθετη με τη θέση του κουταβιού μας.
‘Οταν οι πέρδικες ξεπεταχτούν , εμείς κρατούμε την προσοχή μας στο κουτάβι και αν αυτό δείξει τάση να τις κυνηγήσει, το μπλοκάρουμε με ένα «στοπ».
Είναι ευκολότερο να μπλοκάρουμε το ζώο σ’ αυτή την περίπτωση, διότι για να κυνηγήσει τα πουλιά, θα πρέπει να περάσει από το σημείο στο οποίο βρισκόμαστε εμείς και από το σημείο από το οποίο βρίσκεται το πρωτεύον ζώο, έτσι διευκολυνόμαστε και από το γεγονός ότι το κουτάβι παραξενεύεται από την ακινησία του πρωτεύοντος ζώου.
Εφόσον αυτό επαναληφθεί για 3 έως 4 φορές και το κουτάβι μας πλέον δε δείχνει καμία τάση να κυνηγήσει το θήραμα, τότε μαζεύουμε το πρωτεύον ζώο, το βάζουμε στο «φους» (στο πόδι) και αφήνουμε το κουτάβι να ψάξει για τις πέρδικες. ‘Οταν αυτό γίνει και το κουτάβι μας φερμάρει τα πουλιά, το δε πρωτεύον ζώο μένει σε συναίνεση, τότε πηγαίνουμε στο κουτάβι, το χαιδεύουμε και κάνοντας τον κύκλο, πάμε και ξεπετάμε το θήραμα, έχοντας βέβαια πάντοτε υπόψη μας την ακινησία του κουταβιού και την προσοχή μας τεταμένη επάνω του, ώστε στην περίπτωση κατά την οποία θα κάνει μια κίνηση προς το θήραμα, να μπορέσουμε να το μπλοκάρουμε.
Μπορούμε να πλησιάσουμε το σκυλί μας, το οποίο φερμάρει, για να το χαιδέψουμε, να περάσουμε την αλυσίδα πάνω του και να το αφήσουμε να κρέμεται. Αυτό θα διευκολύνει την ακινησία του στο ξεπέταγμα του θηράματος. Ώταν το θήραμα πεταχτεί, τότε μπορούμε να ρίξουμε και έναν πυροβολισμό, βεβαίως στον αέρα. Εάν σε κάποια φάση το κουτάβι μας κάνει λάθος και διώξει τα πουλιά, τότε το δένουμε, κρατώντας το στο “φους”, αφήνουμε πάλι το πρωτεύον ζώο να ξαναψάξει και εφαρμόζουμε την αρχική διαδικασία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, τιμωρούμε το ζώο, διότι δεν το αφήνουμε να ψάξει το ίδιο, αλλά δίνουμε τη δυνατότητα στο άλλο σκυλί να τρέξει, ενώ εκείνο θα είναι δεσμευμένο στο πόδι μας.
Μετά από οποιοδήποτε ξεπέταγμα θηράματος, ισχύει η δεκάλεπτη ακινησία των σκύλων , η οποία θα γίνει βάζοντας τα ζώα να ξαπλώσουν με το παράγγελμα “πλατς”.
Πυροβολισμό ρίχνουμε, μόνο όταν το ζώο είναι τελείως ακίνητο, διότι το θεωρούμε σαν επιβράβευση της μέχρι τώρα εργασίας.
Ποτέ δε ρίχνουμε πυροβολισμό σε θήραμα το οποίο ξεπετάχτηκε αφερμάριστο. Σε καμμιά περίmωση δεν μπορούμε να κάνουμε μεμονωμένα τμήματα από την εκπαίδευση του σκύλου, η οποία πρέπει να γίνεται ολοκληρωμένη, ώστε να έχει το απαιτούμενο αποτέλεσμα. ‘Εχουμε σε προηγούμενο άρθρο, τα αρχικά μαθήματα τα οποία κάνουμε σε ένα κουτάβι για την επαναφορά αντικειμένου. Για να συνεχίσουμε από το στάδιο αυτό την εκπαίδευση μας, μεταβάλλουμε σιγά-σιγά τη δεμένη σε κάμπους πετσέτα, σε θήραμα, προσθέτοντας επάνω της φτερά από το θήραμα, το οποίο συνήθως κυνηγάμε.
‘Οταν το κουτάβι επεναφέρει με ευκολία το ομοίωμα αυτό του θηράματος, προσθέτουμε μέσα στην πετσέτα σιγά-σιγά, λίγα βαρίδια, από μολύβι, μέχρι το συνολικό βάρος να φτάσει το βάρος του θηράματος, το οποίο θέλουμε να επαναφέρει. Τότε μπορούμε, αντί του αντικειμένου αυτού, να ρίξουμε για επαναφορά, ένα πραγματικό νεκρό θήραμα.
Εφόσον φθάσουμε στο σημείο αυτό χωρίς προβλήματα, τότε μπορούμε όταν έρθει το σκυλί με το θήραμα, να μην του το πάρουμε αμέσως, αλλά να περπατήσουμε με το ζώο στο “φους” (στο πόδι) για 20 περίπου μέτρα και μετά να το διατάξουμε να καθήσει και να μας το δώσει ‘Οταν πάρουμε το θήραμα στα χέρια μας, λέμε στο σκυλί να ξαπλώσει και το τοποθετούμε δίπλα του για 10 λεπτά, έτσι το σκυλί δεν έχει την ανησυχία, ότι θα του το πάρουμε και έρχεται σ’ εμάς, πολύ πιο ευχάριστα.
Σ’ αυτό το σημείο ντρεσσαρίσματος, μπορούμε να ολοκληρώσουμε την παράσταση που έχει στο μυαλό του το κουτάβι μας, συνδιάζοντας ψάξιμο, φέρμα, ξεπέταγμα του θηράματος από τον κυναγωγό και ακινησία του κουταβιού κατά τον πυροβολισμό.
Παραμονή του κουταβιού στη θέ- ση αυτή για 5 λεπτά, εντολή για επαναφορά apport και μετά την εκτέλεση της, παραμονή του κουταβιού στη θέση “πλάτς” με το θήραμα το οποίο επανέφερε μπροστά στα πόδια του για άλλα 5 λεπτά. Μετά την παρέλευση αυτή των 5 λεπτών ξαναρχίζουμε το ψάξιμο, ώστε να μη δώσουμε την εντύπωση στο κουτάβι, ότι η δουλειά του τελείωσε με το σκότωμα του θηράματος.
Μπορούμε να επαναλάβουμε τη διαδικασία αυτή, κάθε 3η φέρμα, χωρίς πυροβολισμό του θηράματος, διότι αν κάθε φορά μετά από τον πυροβολισμό ακολουθεί η εντολή “apport” τότε το σκυλί γίνεται νευρικό και υπάρχει περίπτωση να κινηθεί προς το πεσμένο θήραμα άνευ εντολής.
Εάν συμβεί αυτό πηγαίνουν καλά, τότε μπορούμε να μειώσουμε το χρόνο αναμονής σταδιακά, μέχρι να φτάσουμε στο 1 λεπτό. Θα συμβούλευα το 1 λεπτό να διατηρηθεί τουλάχιστον για την πρώτη κυνηγετική περίοδο του ζώου, αν όχι και τη δεύτερη και μετά θα μπορούμε να δώσουμε εντολή για apport σε δυετερόλεπτα μετά την τουφεκιά, εάν καταλάβουμε ότι κάποιο θήραμα, έχει πέσει τραυματισμένο με την αργοπορία μπορούμε να το χάσουμε. Πρέπει επίσης τουλάχιστον στην αρχή, εάν δούμε ότι το θήραμα πέφτει τραυματισμένο, αμέσως ντουμπλεδιάζουμε, ώστε να μη βρεθεί το νεαρό σκυλί να καταδιώκει ένα θήραμα, το οποιο ποτε μισοπεταει και ποτε τρέχει, διότι κατ’ αυτόν τον τρόπο μπορεί να κάνουμε κακό στη σταθερότητα φέρμας.
Σ’ αυτή τη φάση της εκπαίδευσης, μπορούμε να δοκιμάσουμε και την συνέναιση του νεαρού μας σκύλου, με ένα πεπειραμένο σκυλί το οποίο όμως δεν πρέπει να το κάνει ψεύτικες φέρμες, διότι σ’ αυτήν τη περίπτωση προτρέπουμε το κουτάβι να μη σέβεται τη φέρμα. Εάν το κουτάβι μας συναινέσει από μόνο του, τότε θα περάσουμε μπροστά από το μεγάλο σκυλί το οποίο φερμάρει, θα ξεπετάξουμε το θήραμα και θα το πυροβολίσουμε. Μετά δε θα δώσουμε εντολή στο σκυλί το οποίο έχει πάρει τη φέρμα να κάνει και το απόρτ .Το κουτάβι σε όλη αυτή τη διαδικασία πρέπει να παραμείνει τελείως ήρεμο, στη θέση του και να μην εμποδίζει έτσι το άλλο σκυλί
Εάν το κουτάβι μας δεν συναινέσει από μόνο του και παρόλο που έχει δει το άλλο σκυλί να φερμάρει θα προσπαθήσει να περάσει μπροστά του, το σταματάμε με μπλοκάρισμα, τουλάχιστον 10 μέτρα, πριν από το σκυλί το οποίο φερμάρει.
Το μπλοκάρισμα αυτό συνοδεύεται με ένα σήκωμα του χεριού ώστε αργότερα όταν το σκυλί μας φερμάρει στο πυκνό και το άλλο ζώο δεν το έχει αντιληφθεί, να μπορούμε να το σταματήσουμε.
Απόρτ κάνει πάντοτε το ζώο το οποίο, έχει πάρει τη φέρμα και είναι επιβράβευσή του, ότι αυτό ανακάλυψε το θήραμα. Το ζώο το οποίο συναινεί, μένει πάντοτε ήρεμο, πρέπει όμως να μην κυνηγάμε με το κουτάβι μας, πάντοτε με ένα πιο έμπειρο ζώο, διότι χάνει την πρωτοβουλία του και παρακολουθεί περισσότερο.
Αυτό μπορείνα γίνει για λίγες φορές στην αρχή σε κάθε αλλαγή θηράματος (πέρδικα, ορτύκι, μπεκάτσα, φασιανός), ώστε να συνειδητοποιεί την αλλαγή της αναθυμίασης. Κάθε αλλαγή θηράματος χρειάζεται 4 ως 6 εβδομάδες προσαρμογή στην αναθυμίαση. Αυτό σημαίνει ότι για να μην ξεχάσει το σκυλί την αναθυμίαση π.χ. της μπεκάτσας, πρέπει να έρχεται σε επαφή με αυτήν κάθε 2 ως 3 μέρες για χρονικό διάστημα 4 έως 6 εβδομάδω, από τις οποίες τις 2 με 3 πρώτες εξόδους θα διευκόλυνε η παρουσία ενός πιο πεπειραμένου σκύλου, αργότερα θα πρέπει το κουτάβι μας να το βάλουμε να κυνηγήσει με ένα πιο άπειρο ζώο ώστε να του αναπτυχθεί το αίσθημα της υπεροχής να του τονώσουμε το ηθικό ώστε να θέλει να βρίσκει εκείνο το θήραμα.
Μέχρι τώρα η έρευνα του σκύλου μας, είναι ακανόνιστη σε βάθος και πλάτος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο μένουν κομμάτια από το τερραίν άψαχτα με αποτέλεσμα το ζώο να αφήνει μέρος των θηραμάτων πίσω, γι’ αυτό το λόγο πρέπει να φτιάξουμε την έρευνα διασταυρωμένη και κανονική σε πλάτος και σε βάθος.
Θα δέσουμε στο σκυλί μας για 3 η μέρες στο σπιτάκι του χωρίς να το λύσουμε και χωρίς να κάνουμε κανένα μάθημα υπακοής. Εάν θέλουμε να αποφύγουμε το ζώο μας να λερώσει στο χώρο του, μπορούμε να το βγάλουμε δεμένο μια βόλτα για το σκοπό αυτό.
Την τρίτη μέρα θα το πάρουμε και θα το τοποθετήσουμε στη θέση “ζίτς” (κάτσε) σ’ ένα χωράφι, που το χόρτο δεν πρέπει να ξεπερνά τα 20 εκατοστά ύψος, θα προχωρήσουμε απομακρυνόμενοι από το ζώο γύρω στα 70 με 80 μέτρα κάθετα προς τη φορά του αέρα στο πρόσωπό μας, θα σφυρίξουμε ένα κοφτό διπλό σφύριγμα λέγοντας στο ζώο να ξεκινήσει δείχνοντάς του προς την αριστερή μας μεριά και ταυτόχρονα κάνουμε και εμείς ορισμένα βήματα τρέχοντας προς τα εκεί την ώρα που μας ξεπερνάει.
Το σκυλί μας, φυσιολογικά εφ’ όσον έχει στερηθεί την κίνηση και τις προηγούμενες μέρες, θα μας περάσει με πολύ μεγάλη ταχύτητα 50 έως 100 μέτρα πριν θελήσει να αλλάξει κατεύθυνση.
‘Οταν πάει ν’ αλλάξει κατεύθυνση μπλοκάρουμε σφυρίζοντας ταυτόχρονα με ένα κοφτό σφύριγμα. Πηγαίνουμε στο σημείο που έχει σταματήσει ο σκύλος μας τον χαιδεύουμε, το δένουμε και τον πάμε πίσω στο σπιτάκι του. Αυτό ήταν το μάθημα της πρώτης ημέρας.
Πρέπει να είμαστε βέβαιοι ότι μέσα στο χωράφι στο οποίο κάνουμε το μάθημα αυτό δεν υπάρχει ούτε θήραμα ούτε αναθυμίαση θηράματος.
Την επόμενη μέρα θα επαναλάβουμε την ίδια διαδιακασία και όταν το ζώο περάσεια από μπροστά μας, έχοντας φτάσει τα 50 ή 100 μέτρα προς την κατεύθυνση που έχουμε πει να τρέξει και θελήσει να αλλάξει κατεύθυνση, τότε με ένα διπλό κοφτό σφύριγμα το ξαναφωνάζουμε δείχνοντάς του να πάει προς τα εκεί.
Το ζώο περνάει πάλι από μπροστά μας με μεγάλη ταχύτητα μας ξεπερνάει πηγαίνοντας 50 έως 100 μέτρα προς την κατεύθυνση που του υποδείξαμε.
Όταν θελήσει να αλλάξει διεύθυνση, τότε το μπλοκάρουμε πάλι εκεί. Το χαιδεύουμε, το δένουμε και το ξαναγυρνάμε δένοντάς το στο σπιτάκι του. Έτσι το ζώο μας έχει κάνει στο δεύτερό του μάθημα δυο διαδρομές μια προς τα αριστερά και μια προς τα δεξιά. Την 3η μέρα θα κάνει τρεις διαδρομές πριν το σταματήσουμε, την 4η μέρα 4 διαδρομές την 5η 5, μέχρι να ψάχνει συνολικά 5 λεπτά. Κάθε φορά που το σκυλί μας κάνει μια διαδρομή ο ψαγμένος χώρος μοιάζει με κορδέλα. Στη μια πλευρά της κορδέλας κινείται ο σκύλος, το εύρος της μύτης του ζώου καθορίζει το πλάτος της κορδέλας. Η κάθε διαδρομή πάντως δεν πρέπει να ξεπερνάει σε βάθος το εύρος της μύτης του ζώου, διότι τότε θα αφήσει άψαχτα κομμάτια. Κάθε φορά η αλλαγή κατεύθυνσης δίνεται με το διπλό κοφτό σφύριγμα. Στα 5 λεπτά επιμένουμε για τις επόμενες 15 ημέρες πριν προσπαθήσουμε να ψάξουμε για περισσότερο χρονικό διάστημα.
‘Επειτα δε, αυξάνουμε σιγά σιγά το χρόνο της έρευνας μέχρι να φτάσουμε τα 15 λεπτά. Εκεί πάλι θα επιμείνουμε για 15 μέρες.
Πάντοτε σταματάμε το σκυλί μας αμέσως όταν δείξει τα πρώτα σημάδια κόπωσης, είτε αυτό εκδηλωθεί με μικρότερη ταχύτητα είτε αυτό εκδηλωθεί με κόντημα των διαδρομών κατά πλάτος. Μπορούμε να τοποθετήσουμε ένα θήραμα στο τερραίν όταν θα έχουμε φτάσει σε αυτό το σημείο, ώστε να κρατάμε το ενδιαφέρον σε ικανοποιητικά επίπεδα.
Πρέπει να χρησιμποιούμε κάθε φορά και άλλο τερραίν, ώστε να μη σταντάρει το σκυλί μας ούτε τοποθεσία, ούτε βλάστηση, ούτε μορφολογία εδάφους.
Αυτό όμως πρέπει να γίνει εφ’ όσον έχει συμπληρώσει 15 λεπτά έρευνας.
Αναδημοσίευση από το site του Θωμά Πετρόχειλου
