1,K


Δεκαεννιά Αυγούστου, παραμονή της έναρξης της φετινής περιόδου και τίποτα δεν είναι όπως παλιότερα. Ο χρόνος και το χρήμα έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο και παραμένουν μόνα και αναλλοίωτα το πάθος και το μεράκι για το κυνήγι, να παλεύουν να μας κρατήσουν ζωντανούς μέσα στη λαίλαπα των μνημονίων και των λοιπών βασάνων.
Το φεγγάρι στις 10 του μηνός, οι βροχούλες και τα μπουρίνια που δεν σταμάτησαν μέχρι τις αρχές Αυγούστου, αλλά και το γεγονός πως δεν υπήρχαν αρκετά τρυγόνια στην περιοχή ενώ οι αναγνωριστικές βόλτες ήταν λιγότερες από κάθε άλλη χρονιά, έκαναν την επιλογή τόπου για την έναρξη να μοιάζει με άλυτο γρίφο.

Η ανατολή της έναρξης
Οι πληροφορίες από τη Δράμα έκαναν λόγο για σχετικά πολλά τρυγόνια και μέχρι τελευταία στιγμή ήμασταν με το κινητό στο χέρι μήπως τελικά το πάρουμε απόφαση και την κοπανήσουμε βορειότερα.
Τελικά, παραμονή πρωί τα πουλιά τόσο στη Δράμα όσο και σε κάποιες άλλες περιοχές της Μακεδονίας που είχαν ήδη εκδράμει φίλοι και γνωστοί, μειώθηκαν σημαντικά με αποτέλεσμα να επιλέξουμε να μείνουμε στην έδρα μας.
Στην ευρύτερη περιοχή δεν είχε πουλιά. Μόνο σε δύο-τρία σημεία, τα οποία όπως όλα έδειχναν, ήταν γνωστά σε πολύ κόσμο και είχαμε ιδιαίτερες επιφυλάξεις για το αν θα βρούμε καρτέρι άπιαστο.
Μικρό καλάθι

Για διάφορους λόγους φέτος το ενδεχόμενο διανυκτέρευσης είχε αποκλειστεί. Κρατώντας μικρό καλάθι από πλευράς προσδοκιών επομένως, αποφασίσαμε να ξυπνήσουμε κατά τις τέσσερις και να είμαστε το αργότερο στις πέντε στο μέρος που επιλέξαμε, που έδειχνε να έχει τον λιγότερο κόσμο. Με σκοπό, αν μη τι άλλο, να μην είμαστε και τελείως άυπνοι και κουρασμένοι μπας και ρίξουμε και καμιά σωστή τουφεκιά.
Την παρέα αποτελούσαν τέσσερα άτομα με δύο αυτοκίνητα. Το μέρος, ένα ηλιόσπορο κοντά σε ένα ρέμα και μία συστάδα δέντρων στο ρέμα που είχαν δείξει να προτιμάνε τα πουλιά στα 3-4 αναγνωριστικά που είχαμε κάνει. Απόσταση μεταξύ τους περίπου 400 μέτρα.
Μία εβδομάδα πριν από την έναρξη βλέπαμε 30-40 τρυγόνια στην περιοχή. Την παραμονή όμως φάνηκε να είναι περισσότερα και όσο να πεις μας άνοιξε η όρεξη.
Γνωρίζοντας πως πολύ δύσκολα μπορεί να κάνει κανείς πολλές τουφεκιές στην έναρξη, ο αριθμός των πουλιών θεωρήθηκε άκρως ικανοποιητικός και το μόνο που έμενε να κρίνει την πρώτη μας έξοδο για φέτος ήταν το αν και κατά πόσο θα βρίσκαμε έστω δεύτερο καρτέρι άπιαστο.
Το βράδυ της παραμονής, το «μικρόβιο» της αγωνίας δεν μας άφηνε ήσυχους οπότε κάναμε μια βόλτα στα καρτέρια κατά τις δέκα παρά, να δούμε αν και πόσοι είχανε κατασκηνώσει. Είχαμε και πρόσκληση από την παρέα μερικών φίλων που ήταν κατασκηνωμένοι από το πρωί και είχαν σε εξέλιξη το παραδοσιακό τσιμπούσι της παραμονής, οπότε «μ’ έναν σμπάρο δυο τρυγόνια».

Ο αρχινεανίας….του Ωριίωνα εν δράση….
Τα νέα σχετικά ευχάριστα, μόνο ένα αυτοκίνητο με κατά πάσα πιθανότητα δύο κυνηγούς είχαν στήσει σκηνή και μάλιστα, ούτε στο λιόσπορο, ούτε στα δέντρα μας, αλλά στο ενδιάμεσο. Με σχετική αισιοδοξία, ξεκινήσαμε για την παρέα των φίλων, όπου το γλέντι ήταν σε πλήρη εξέλιξη και τα φαγητά κόντευαν ήδη να τελειώσουν.
Φτάσαμε λίγο μετά τις δέκα, κάναμε τα καλαμπούρια μας, είπαμε για κυνήγια, ήπιαμε από μια μπίρα, φάγαμε και τους μεζέδες μας και ήρεμοι σε σχέση με άλλες χρονιές που ήμασταν κι εμείς σε ρόλο κατασκηνωτή, επιστρέψαμε στο σπίτι με τις αναμνήσεις από παλιότερα κυνήγια και τις εικόνες από τα πουλιά που είδαμε στα αναγνωριστικά, να μονοπωλούν τη σκέψη μας. Διώχνοντας έτσι οτιδήποτε άλλο αρκετά μακριά, μέχρι που κοιμηθήκαμε κατά τις δώδεκα.

Το ξυπνητήρι σήμανε την έναρξη της κυνηγετικής περιόδου και ταυτόχρονα μας επανέφερε στον αστερισμό των τρυγονιών και στην αγωνία να βρούμε καρτέρια άπιαστα.
Φτάνουμε με τα δύο αυτοκίνητα στο λιόσπορο και διαπιστώνουμε πως ήταν πιασμένο από δύο αμάξια που μας είχαν προσπεράσει στη στάση που κάναμε όταν συναντηθήκαμε στο διπλανό χωριό. Αφήνουμε κατά μέρος την απογοήτευση και σε πλήρη εγρήγορση αποφασίζουμε να μείνουν εκεί οι δύο με το ένα αυτοκίνητο και να πιάσουν στα πέριξ του λιόσπορου καρτέρια που ήταν άπιαστα.
Οταν τα κατοχυρώσουμε, εγώ με τον πατέρα μου θα πάμε στα δέντρα να δούμε τι γίνεται εκεί. Τελικά και στα δέντρα το ίδιο σκηνικό, με δύο αυτοκίνητα παρκαρισμένα στο επίμαχο σημείο, αλλά χωρίς άλλα αυτοκίνητα στη γύρω περιοχή. Βρήκαμε δηλαδή πιασμένα τα δύο καλά μέρη, αλλά άπιαστα όλα τα περιφερειακά καρτέρια.
Αποφασίσαμε να παραμείνουμε κι εμείς εκεί, μια και με τις τουφεκιές ποτέ δεν ξέρεις πώς θα παίξουν τα πουλιά. Οταν με το καλό θα ξημέρωνε, ανάλογα με την κίνηση των πουλιών θα κάναμε όποια μετακίνηση χρειαζόταν, σε συνεννόηση με τους δύο φίλους που είχαν μείνει στο λιόσπορο.
Παρκάραμε καμιά κατοσταριά μέτρα από τα άλλα αυτοκίνητα και βγήκαμε έξω να τεντωθούμε και να νιώσουμε τη φύση που τόσο μας είχε λείψει.
Αν και τις τελευταίες μέρες είχε πιάσει ζέστη για τα καλά, η θερμοκρασία όπως συνηθίζεται τέτοια ώρα και εποχή στον κάμπο ήταν χαμηλή, κοντά στους δεκαπέντε βαθμούς, με αποτέλεσμα να το θέλεις το φλισάκι.
Το πρώτο κυνήγι
Η αντίθεση μεγάλη. Εξω η φύση ήρεμη και γαλήνια μας άφηνε φιλόξενα να ρουφήξουμε τη μοναδικότητά της. «Μέσα», ένταση και αγωνία, για το πού τελικά θα κάτσουμε, πώς θα περνάνε τα πουλιά και πότε θα ξημερώσει επιτέλους να αρχίσουμε να βλέπουμε τριγύρω και να ξεκινήσουμε το πρώτο μας κυνήγι για φέτος. Ηπιαμε λίγο καφέ, τσιμπήσαμε και λίγο πρωινό και σιγά σιγά άρχισε να χαράζει, χωρίς να φαίνεται καμία κίνηση από άλλους κυνηγούς προς το μέρος μας. Μπορεί να είχαμε «δεύτερο» καρτέρι, αλλά αμφότεροι είμαστε υπέρ της άποψης καλύτερα δεύτερο και με ησυχία παρά στο επίκεντρο και με συνωστισμό.
Κατά τις εξίμισι το αυτοκίνητο είχε κρυφτεί, τα τουφέκια είχαν δεθεί, τα καρεκλάκια ήταν στα πόστα μας και η αγωνία χτυπούσε πλέον κόκκινο.
Η πρώτη τουφεκιά ακούστηκε αρκετά μακριά, αλλά ήταν αρκετή για να δώσει το εναρκτήριο λάκτισμα στις ψυχές μας. Σε ετοιμότητα πλέον, σαρώναμε όλη την περιοχή μπροστά μας για το πρώτο τρυγόνι.
Δεν άργησε να έρθει και η σειρά μας και σε κάνα δεκάλεπτο ακούστηκαν τουφεκιές από απέναντι που είχαμε την υποψία πως κουρνιάζανε κάποια πουλιά. Το τι ακολούθησε δύσκολο να το περιγράψει κανείς. Ξαφνικά, λες και ήταν συνεννοημένοι οι κυνηγοί, άρχισαν να πέφτουν τουφεκιές από παντού.
Κάπου εκεί βλέπω την πρώτη τριάδα να έρχεται προς το μέρος μου. Σημαδεύω το πιο βολικό. Η βολή εύστοχη αλλά ενώ άρχισε να πέφτει δεν φάνηκε σίγουρο οπότε έριξα και τη δεύτερη τουφεκιά με το δίκαννο και έτσι το πρώτο τρυγόνι της χρονιάς ήταν ήδη γεγονός. Το φέρνω γρήγορα στο καρτέρι, το θαυμάζω λίγο, φετινό πουλί και γρήγορα το αφήνω για να επανέλθω σε θέση ετοιμότητας.
Οι τουφεκιές ασταμάτητες, δεν περνάνε πέντε λεπτά και έρχεται ένα ζευγάρι, το πρώτο πέφτει με την πρώτη και το δεύτερο το άφησα μιας και είχε απομακρυνθεί πολύ. Σε κάνα πεντάλεπτο πάλι τα ίδια, αυτή τη φορά πήρα ένα από μία τριάδα αλλά έπεσε τραυματισμένο μακρυά.
Το καρτέρι μου έδειχνε περισσότερο ενδιαφέρον από αυτό στο οποίο είχε κάτσει ο πατέρας μου και με αφορμή τον εντοπισμό του χαμένου πουλιού, του φώναξα να έρθει να κάτσει στο μέρος μου. Το τρυγόνι είχε μπει μέσα σε μία συστάδα δέντρων με αποτέλεσμα να μην εντοπιστεί άμεσα. Το αφήνω για αναζήτηση αργότερα μια και ακόμη ήταν πολύ περιορισμένο το φως. Λίγο πριν βγω από τα δέντρα βλέπω άλλο ένα ζευγάρι να έρχεται. Δύο βολές στο ένα και τα έχασα από το οπτικό μου πεδίο, αλλά ο πατέρας μου φωνάζει πως πρέπει να έπεσε. Δεύτερη γύρα ακόμη μακρύτερα, ενώ οι τουφεκιές συνέχιζαν τριγύρω. Και αυτή η βόλτα όμως απέβη άκαρπη, μια και στην προκειμένη περίπτωση δεν είχαμε βάλει σημάδι αλλά πήγα στο περίπου.
Επιστρέφω και κάθομαι στο καρτέρι του πατέρα μου. Θεωρώντας πως μετά θα βρίσκαμε τα πουλιά, ήμουν περιχαρής. Τέσσερις στις τέσσερις ντουφεκιές είχαν βρει στόχο, πράγμα σπάνιο για τα δεδομένα μου.
Κριτική επιτροπή
Και εκεί που όλα δείχνανε πως η φετινή έναρξη θα ήταν μία από τις καλύτερες, έρχεται συμπαθής αγρότης και βάζει το τρακτέρ του για πότισμα στο πίσω χωράφι, λιγότερο από 100 μέτρα από μένα. Εκεί εξαφανίζονται οι αμιγώς κυνηγετικές εικόνες που ζούσα, μια και η εξάτμιση του τρακτέρ μόνο κάτι σε μποτιλιάρισμα μπορεί να φέρει στο μυαλό.
Προσπαθώ να μείνω ανεπηρέαστος αλλά οι επόμενες τρείς άστοχες τουφεκιές σε καλές συνθήκες ολοκληρώνουν το σκηνικό.
Στην τέταρτη αστοχία, σε ένα μονό από αυτά που δεν χάνονται, μετά την απογοήτευση του να βλέπω το τρυγόνι να φεύγει απτόητο, ακούω πίσω μου τον αγρότη που πότιζε και είχε κάτσει «κερκίδα» να βλέπει τους κυνηγαραίους, να μου φωνάζει «μα καλά, πώς το ‘χασες αυτό;;;».
«Τα νεύρα μου, τα χάπια μου, κι ένα ταξί να φύγω» που λέει και ο στιχουργός. Οχι μόνο δεν σταυρώνω πουλί, αλλά έχω και κριτική επιτροπή στα μετόπισθεν. Μπορεί ο συμπαθής αγρότης να ήταν καθ’ όλα καλοπροαίρετος, εμένα όμως στη συγκεκριμένη στιγμή κόντευε να μου χαλάσει, έστω άθελά του, το κυνήγι. Προσπαθώ να φανώ ευγενικός και να προσηλωθώ εκ νέου στο κυνήγι.
Σε λίγο τα πουλιά σπάσανε και μείνανε μόνο τα κεντρικά καρτέρια να τουφεκάνε με σχετικά καλή συχνότητα. Το πράγμα πήγε έτσι ως τις 9.00 με μένα να συνεχίζω τις αστοχίες (συνολικά 6 τουφεκιές υπό καλές συνθήκες πήγαν στον βρόντο).
Ο άγραφος νόμος «μην αφήνεις το καρτέρι σου», ίσχυσε για ακόμη μία φορά και ενώ το δικό μου καρτέρι στην αρχή φάνηκε καλύτερο, μετά την αλλαγή που κάναμε, τα πουλιά περνούσαν στο άλλο που πήγε ο άστοχος, δηλαδή εγώ, με αποτέλεσμα ελάχιστες ευκαιρίες για τον πατέρα μου που είχε έρθει και από μακριά.
Κάπου εκεί, μαθαίνουμε από τους δύο φίλους που είχαν μείνει στο λιόσπορο πως εκεί τα πράγματα ήταν σαφώς καλύτερα και πως είχαν ήδη καμιά δεκαριά πουλιά στο χέρι και δυο-τρία χαμένα.
Με το τρακτέρ να συνεχίζει τη φασαρία του και τα τρυγόνια να δείχνουν πως άλλαξαν ρότες, αποφασίζουμε να πάμε προς τα ‘κεί και να αφήσουμε τα χαμένα για το τέλος.
Στο αυτοκίνητο μόλις άδειασα το δίκαννο λες και άρχισε να βρέχει τρυγόνια. Λίγα μονά, λίγα ζευγάρια, και μία πεντάδα που έκανε τον γύρο του θριάμβου πάνω από το κεφάλι μου, λες και ήξεραν πως δεν έχω όπλο, μας άλλαξαν ξανά γνώμη και παραμείναμε εκεί.
Το ωραίο ήταν πως ενώ όλα περάσανε βολικά από μένα που ήμουν άοπλος, κανένα δεν προσέγγισε καλά τον πατέρα μου που είχε ρίξει ελάχιστες τουφεκιές.
Αν και το πεντάλεπτο αυτό με την έντονη κινητικότητα σταμάτησε μόλις ξανάπιασα το όπλο, τελικά παραμείναμε στις θέσεις μας και κατά τις έντεκα είχαμε ήδη χτυπήσει 7 τρυγόνια από τα οποία τα τέσσερα στο χέρι.
Οι φίλοι από το λιόσπορο ήταν πιο τυχεροί και οι δυο μαζί χτυπήσανε είκοσι πουλιά, από τα οποία χάσανε δυστυχώς 4-5.
Το τελευταίο μισάωρο ήρθαν και αυτοί στο μέρος μας, μιας και τα δέντρα ήταν μεγάλα και ο ίσκιος τους ήταν καταφύγιο στον καυτό ήλιο της ενδεκάτης πρωινής.
Ψάξαμε όλοι μαζί τα τρία χαμένα τρυγόνια αλλά μάταια. Εναποθέσαμε τα 19 συνολικά πουλιά της παρέας για τις αναμνηστικές φωτογραφίες και για λίγο κουβεντιάσαμε αναλύοντας την κατάσταση. Κατά τις εντεκάμισι και με τον ήλιο πλέον να μην αφήνει πολλά περιθώρια, φύγαμε απρόθυμα για να επιστρέψουμε στα σπίτια και στην καθημερινότητά μας.
Συγκριτικά με τα αποτελέσματα που μάθαμε από άλλες περιοχές, ακόμη και από τους κατασκηνωμένους φίλους μας που είχαν πιάσει το καλύτερο χωράφι στην περιοχή, τα πήγαμε καλά. Αν και προσωπικά, έμεινα με το παράπονο των χαμένων πουλιών και κυρίως της ατυχίας που ενώ δεν είχαμε άλλους κυνηγούς κοντά, δεν μπόρεσα να κυνηγήσω με την ησυχία μου λόγω… ποτίσματος.

Τα τρυγόνια μαγειρεύτηκαν εξαιρετικά με μέλι και μουστάρδα
Καρτέρια & τρυγόνια
Η πρώτη μας έξοδος επιβεβαίωσε τη βασική αρχή που διέπει το κυνήγι και το κάνει πιο ελκυστικό από άλλες υπαίθριες δραστηριότητες: το θήραμα είναι απρόβλεπτο και ποτέ δεν ξέρεις τι θα σου τύχει. Εκεί που λέγαμε πως δεν θα βρούμε καρτέρια και τρυγόνια, τελικά βρήκαμε κι απ΄ τα δυο, άσχετα αν και κατά πόσο αξιοποιήσαμε τις ευκαιρίες. Πολλοί φίλοι αντίθετα, αν και είχαν αφιερώσει πολύ περισσότερο χρόνο στην αναζήτηση των τελευταίων ημερών και είχαν κατασκηνώσει κατοχυρώνοντας τα καλά καρτέρια, είχαν λιγότερες ευκαιρίες!
Αλέξανδρος Γκάσιος
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: Αλέξανδρος Γκάσιος
Πηγή : ΕΘΝΟΣ-ΚΥΝΗΓΙ
