Το αγριόγιδο (αίγαγρος)
Ένα αγρίμι που πάει για αφανισμό
Το αγριόγιδο είναι το πιο σπάνιο και απλησίαστο αγρίμι της οροσειράς της Πίνδου αλλά και άλλων βουνών της πατρίδας (Γκιώνα, Οίτη, Οροσειρά Ροδόπης). Ζει κυρίως σε απρόσιτα για το ανθρώπινο πόδι μέρη και σε απόκρημνες παρθένες χαράδρες.
Η μεγαλύτερη από αυτές είναι η περίφημη χαράδρα του Βίκου, που εκτείνεται οφιοειδώς από το χωρίο Τσεπέλοβο του Ζαγορίου και καταλήγει στο Βιτσικό. Η χαράδρα αυτή που το βάθος της σε πολλά μέρη ξεπερνά τα 1000 μέτρα και το πλάτος της τα 2 χιλ. δίνει την όψη μίας άγριας και αφιλόξενης φύσης, γεμάτης από μυστήριο και σιωπή. Μόνο το σιγανό κελάρυσμα του χειμάρρου «Βοϊδομάτη» με τις μικρές αλλά ύπουλες «οβίρες» του διακόπτει τη νεκρική αυτή σιωπή ή το περήφανο και ξαφνικό πέταγμα κανενός αετού που σε ξυπνά από την υπέροχη αυτή έκσταση.
Εκεί λοιπόν στα γλιστερά και απόκρημνα «ζωνάρια», όπως τα λένε και στις απόκρυφες σπηλιές, που χάσκουν σα μεγάλα στόματα δράκων έτοιμα να σε καταπιούν, φιλοξενείται το αγριόγιδο ζευγαρωτά ή και σε μικρές ομάδες, αυτοδίδακτος ακροβάτης και ερημίτης. Τέλεια προσαρμοσμένο στο άγριο περιβάλλον που το γέννησε και το μεγάλωσε, αγριωπό και αυτό στην όψη του μα και περήφανο σαν άλογο στη στάση, μόλις αντικρύσει τον άνθρωπο από μακριά με τα έξυπνα μάτια του, η τον αντιληφθεί με τη δυνατή όσφρησή του, εξαφανίζεται σαν αστραπή από μπροστά σου και γίνεται άφαντο… λες και το θεωρεί ιεροσυλία… να πατήσεις στο απάτητο βασίλειό του. Ή κι αν καμιά φορά δε φοβηθεί στέκεται και σε κοιτά περίεργα από μακριά σα να θέλει να ερευνήσει έτσι τις κακές σου προθέσεις, τινάζοντας με πείσμα το κεφάλι του δεξιά και αριστερά. Με τις κοιλωτές σα σκαφιδάκια πατούσες του και τα γυριστά στην άκρη νύχια του σα το ράμφος του γερακιού, σκαρφαλώνει πηδηχτά στους πιο απότομους βράχους, αρκεί να βρει έστω και την πιο μικρή προεξοχή, όπως αναρριχάται ο δρυοκολάπτης στον κορμό της γέρικης βελανιδιάς και πολλές φορές στηρίζεται με τα τέσσερα πόδια του στην πιο μυτερή και κοφτερή πέτρα του γκρεμού, κρατώντας την πιο σταθερή ισορροπία, κι ας το δέρνει το ανεμόβροχο ή η χιονοθύελλα. Είναι αλήθεια να το θαυμάζεις για τη σπαρτιατική αυτή σκληραγωγία του. Το πήδημά του καταπληκτικό φθάνει και τα οκτώ μέτρα ακόμη, εκτοξεύεται σα βέλος, δημιουργεί ένα τόξο στον αέρα και κολλά στην άλλη πέτρα λες και καρφώνεται χωρίς ταλαντεύσεις σαν να έχει μαγνήτη στα πόδια του. Είναι αληθινά άφοβο στα άλματά του αυτά και τα προκαθορίζει χωρίς χρονοτριβή υπολογίζοντας την απόσταση σαν τον καλύτερο γεωμέτρη. Το σπαθωτό κορμί του, τα ορθά του σχεδόν κέρατα και το γυριστό (στο αρσενικό) προς τα πίσω λίγο γένι, του χαρίζουν μία αρρενωπή όψη και ξέγνοιαστη εμφάνιση που δικαιολογημένα ονομάστηκε από κάποιον «η τολμηρή θυγατέρα των ορέων».
Τα αγριόχορτα και τα κλαριά είναι η τροφή του , κι αν τύχει να γλιστρήσει (πράγμα σπάνιο) στην προσπάθειά του να φθάσει τα μούσκλα και τα πολυτρίχια που κρέμονται στο βράχο και πέσει από ύψος και 15 ακόμη μέτρων, πάλι ύστερα από τον ίλιγγο, θα σταθεί όρθιο χωρίς να πάθει τίποτα. Το χειμώνα όταν στα απρόσιτα λημέρια του πέφτει πολύ χιόνι, τότε αυτά προαισθανόμενα τον καιρό κατεβαίνουν χαμηλότερα.
Το αγριόγιδο ζευγαρώνεται τον Οκτώβριο και το πρώτο 15θήμερο του Νοεμβρίου. Η εγκυμοσύνη του διαρκεί γύρω στους 5 μήνες και γεννάει ένα συνήθως μικρό και σπανίως δύο. Τα μικρά ακολουθούν αμέσως μετά τη γέννησή τους τη μάνα. Στις βάσεις των κεράτων των αρσενικών, όταν ευρίσκονται σε περίοδο οργασμού, δημιουργείται ένας όγκος που αναδίνει μία ειδική βαριά και αποκρουστική οσμή. Όταν σε ένα κοπάδι είναι περισσότερα του ενός αρσενικά κατά την εποχή του οργασμού τους, γίνονται σκληροί αγώνες.
Είναι δε τόσο προσεκτικά ζώα που βάζουν φύλακα στη διάρκεια της βοσκής τους, ο οποίος ειδοποιεί στον κίνδυνο με ένα χαρακτηριστικό ήχο και τότε αστραπιαία σκορπίζονται όλα.
Η φύση, το ατίθασο αυτό και χαριτωμένο μέσα στην αγριάδα του ζώο, το προίκισε με τόση εξυπνάδα και σβελτοσύνη που είναι σχεδόν αδύνατο να το πιάσεις ζωντανό, έστω και τραυματισμένο. Όσα μικρά έχουν πιάσει πέθαναν σε λίγες μέρες από κατάθλιψη.
Το εξωτικό αυτό, για τον τόπο μας, αγρίμι, άκακο και άβλαβο, στολίζει σα μία ανεξίτηλη πινελιά όταν εμφανίζεται το πολύχρωμο φόντο των βράχων και των βουνών μας. Για αυτό θα διαπράξει έγκλημα ο κυνηγός που θα επιχειρήσει να το σκοτώσει. Θα γκρεμίσει με τη σφαίρα του όχι ένα θήραμα , αλλά μαζί με αυτό ένα πίνακα που έχει εμπρός του και που τον φιλοτέχνησε η ίδια η φύση. Και καλύτερα θα ήταν να το αποθανατίσει όταν το δει με μία φωτογραφία. Τότε νομίζω ότι θα αισθανθεί μία ευγενική, βαθιά ανθρώπινη ικανοποίηση.
Δυστυχώς, όμως, πολλοί λαθροκυνηγοί, παρά την αυστηρή απαγορευτική διάταξη για το κυνήγι του, κινούμενοι από το πάθος της επιτυχίας συνήθως και τη δίψα του δύσκολου κυνηγιού, όταν τους δοθεί η ευκαιρία τα σκοτώνουν παραμονεύοντας ώρες ολόκληρες για να τα αντιληφθούν και να τα εντοπίσουν από το θόρυβο που κάνουν οι πέτρες που ξεφεύγουν καθώς αυτά βοσκούν. Και ή θα τα περιμένει να πλησιάσουν προς το μέρος του ή θα προσπαθήσει αυτός ξυπόλητος να τα πλησιάσει . Πιο εύκολα μπορεί κανείς να τα πλησιάσει κατά την εποχή του οργασμού τους. Επίσης τα εξαπατούν ρίχνοντας πότε-πότε λιθαράκια. Αυτά νομίζουν – και προ παντός τα αρσενικά – ότι οι πέτρες κουνιούνται από άλλα αγριόγιδα και πηγαίνουν προς εκεί. Επίσης οι κυνηγοί τα εξαπατούν και τα προσελκύουν μιμούμενοι το δυσκολομίμητο βέλασμά τους.
Άλλος επικίνδυνος εχθρός για τα μικρά του ιδίως είναι ο αετός. Το αγριόγιδο ζει στις ίδιες περιοχές με τον αετό. Εκεί οι αετοί παρακολουθούν κατά ζεύγη τα αγριόγιδα, όπως βόσκουν, επιτίθενται και τα κατασπαράζουν. Οι αετοί κάνουν επιθέσεις εναντίον των μεγάλων αλλά με ελάχιστες επιτυχίες γιατί τους ξεφεύγουν με την τρεχάλα. Λέγεται όταν το μεγάλο αγριόγιδο αναγκασθεί να δώσει μάχη με τον αετό τότε γυρίζει ανάσκελα και τον αποκρούει με τα ισχυρότατα πόδια του.
Αλλά ο μεγαλύτερος εχθρός τους είναι ο άνθρωπος που στον τόπο μας πάει να τα εξαφανίσει. Κι αν δε ληφθούν αυστηρότερα προστατευτικά μέτρα για το αγριμικό αυτό τότε τα αιώνια βουνά μας και τα απάτητα φαράγγια μας θα χάσουν ένα ζωντανό και ατίμητο στολίδι.
Όταν ήμουνα μικρός, ακόμη, άκουγα από τα στόματα των γερόντων και πεπειραμένων κυνηγών το τόπου μας, ότι εκεί στη χαράδρα του Βίκου, κάτω από το γραφικό χωριό Μονοδένδρι του Ζαγορίου, υπήρχαν και ζούσαν πολλά αγριόγιδα. Σήμερα , υπάρχουν ελάχιστα. Παλαιότερα και στην επαρχία Κόνιτσας ζούσαν πολλά αγριόγιδα αλλά ήδη, δυστυχώς, έχουν μειωθεί πολύ. Τώρα περιορίστηκαν στα απόκρημνα βουνά της χαράδρας του Αώου, δεξιά προς την Γκαμήλα και αριστερά προς το συγκρότημα της Τραπεζίτσας, παρακλάδι του Σμόλικα.. Στην άλλη πλευρά, την αριστερή, δυστυχώς ζουν λιγότερα. Έχουν εξοντωθεί και λιγοστεύουν χρονιά με τη χρονιά. Στην Τραπεζίτσα θα τα συναντήσει κανείς στην Κολοκυθιά, το Γκρισμπανίτικο, το Ροϊδοβούνι, ο Κέδρος, το Κόκκινο.
Το αγριόγιδο με την περηφάνια και τη σπάνια σε ζώο εξυπνάδα που αντικατοπτρίζεται μέσα στα μικρά του μάτια, προκαλεί τη συμπάθεια στον κυνηγό που το ζηλεύει για τον πρωτόγονο φιλελευθερισμό του και την περηφάνια του.