Η μη συνετή διαχείριση των γεωργικών εκτάσεων έχει προκαλέσει σοβαρές επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον και κατά επέκταση στην αειφορική ανάπτυξη της υπαίθρου. Τα τελευταία έτη καταβάλλεται προσπάθεια για την επίτευξη της γεωργίας πολλαπλών λειτουργιών ή πολλαπλών σκοπών, αλλά η θεωρία και οι ευρωπαϊκοί κανονισμοί απέχουν πολύ από την εφαρμογή… ιδίως του μακρινού ευρωπαϊκού Νότου.
Στο πλαίσιο αυτό αναφέρεται και η διατήρηση των περιθωρίων των αγρών στα οποία εντάσσονται και οι γνωστοί φυτοφράκτες. Υπάρχει σχεδόν πάντα κάποια μορφή του περιθωρίου τόσο μεταξύ των αγρών, αλλά και κατά μήκος των δρόμων, των διαδρόμων των γεωργικών μηχανημάτων, των ρεμάτων. Οι πιο κοινοί τύποι περιθωρίων που απαντούν στα όρια των αγρών της Ελλάδας είναι: στενές λωρίδες ακαλλιέργητου εδάφους, διάφοροι τύποι φραχτών, φράχτες ξερολιθιάς, πρανή ποικίλων σχημάτων και κλίσεων, όρια δασών και λιβαδιών, διάφοροι δρόμοι και διάφοροι τύποι υγροτόπων όπως ρέματα, ρυάκια, ποταμοί, κανάλια και τάφροι. Οι οικότοποι αυτοί σε πολλές περιπτώσεις έχουν υποβαθμισθεί ή καταστραφεί ολοκληρωτικά.
Μπορεί στους κώδικες ορθής γεωργικής πρακτικής να προβλέπεται η διατήρηση περιθωρίου ελάχιστου πλάτους 1m ανάμεσα σε όμορους αγρούς. Αρκετοί γεωργοί όμως οργώνουν και τους χωματόδρομους και βάζουν φωτιά στη βλάστηση των περιθωρίων (χωρίς το τελευταίο να είναι απαραίτητα κακό υπό προϋποθέσεις). Ποιος να ελέγξει όμως αυτά τα πράγματα… Καμιά υπηρεσία δεν ασχολήθηκε και δεν ασχολείται σοβαρά με τη διατήρηση και διαχείρισή τους, ωστόσο αυτός ο «περιθωριακός χώρος» έχει πλείστες θετικές αγρονομικές λειτουργίες και περιβαλλοντικά οφέλη (βλέπε για περισσότερα https://www.panida.gr/site/wp-content/uploads/2014_Sokos_geotee.30-391.pdf).
Η επικρατούσα άποψη λοιπόν για το σχεδιασμό της γεωργικής παραγωγής θεωρούσε και θεωρεί τις μη-καλλιεργούμενες θέσεις ως ανεκμετάλλευτες και ζημιογόνες και, από την άλλη, οι δράσεις για τη διατήρηση της φύσης έδωσαν και δίνουν την κύρια βαρύτητα σε δασικές και υγροτοπικές εκτάσεις, λαμβάνοντας ως υποδεέστερες τις γεωργικές.
Οι επιπτώσεις στα περιθώρια των αγρών ήταν μεγάλες. Σε πολλές περιπτώσεις υποβαθμίστηκαν ή απομακρύνθηκαν ολοκληρωτικά. Υπολογίστηκε ότι την περίοδο 1946 – 1974 περίπου 200.000km φυσικών φρακτών αποψιλώθηκαν στη Βρετανία, ενώ την περίοδο 1984 – 1990 αποψιλώθηκαν 49.000km. Αποτελώντας μία από τις αιτίες όπου πολλά είδη πτηνών εμφάνισαν σοβαρή μείωση κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 40 ετών (Chamberlain and Fuller 2000).
Στην Ελλάδα ο μικρός κλήρος ευνοεί την ύπαρξη περιθωρίων, αλλά παράλληλα οδηγεί στη μείωση του πλάτους τους και στη μικρή αξία τους για την άγρια πανίδα.
Μόλις τις τελευταίες δεκαετίες έγινε μια περισσότερο αντικειμενική αξιολόγηση των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των καλλιεργημένων και μη-καλλιεργημένων εκτάσεων. Πολλές έρευνες έδειξαν ότι οι κατάλληλα σχεδιασμένοι φυτοφράκτες βοηθούν τη γεωργική παραγωγή και ότι υπάρχουν είδη πανίδας και χλωρίδας που προσαρμόστηκαν στα γεωργικά οικοσυστήματα και εξαρτώνται εξ’ ολοκλήρου από αυτά. Ειδικά στη Μεσόγειο και τη χώρα μας, η παραδοσιακή γεωργία στηρίζει τη βιοποικιλότητα με κύριο δομικό στοιχείο τα περιθώρια των αγρών.
Οι κυνηγοί το κατανοούν αυτό στην πράξη, αρκεί να σκεφτούν ότι στα χιλιόμετρα που έχουν περπατήσει σε καλλιεργούμενες εκτάσεις, συνήθως στρέφουν την προσοχή τους στις άκρες των αγρών. Αλλά και να σκεφτούν ότι από εκεί ξεπετάγονται τα τσιχλοκότσυφα, οι μπεκάτσες, οι φασιανοί και οι λαγοί.
Στο Ιλινόις των ΗΠΑ η καταστροφή των φυσικών φρακτών με θάμνους, ήταν ένας από τους κύριους παράγοντες της μείωσης του πληθυσμού του κολινού. Στην Αυστρία βρέθηκε ότι τα περιθώρια αυξάνουν την επιβίωση των νεογνών του λαγού. Στη Βρετανία η πεδινή πέρδικα με τους νεοσσούς της προτιμά να τρέφεται στα περιθώρια των αγρών των σιτηρών. Αυτό οφείλεται στο ότι:
– η φυσική βλάστηση σε σχέση με τις καλλιέργειες, διατηρεί υψηλότερους πληθυσμούς εντόμων που προτιμά για τροφή ο νεοσσός,
– η φυσική βλάστηση προσφέρει μεγαλύτερη προστασία από τους άρπαγες.
Έρευνα στην Πολωνία απέδειξε ότι η επιβίωση των νεοσσών της πεδινής πέρδικας είναι μικρότερη σε περιοχές με μικρή ποικιλομορφία στη δομή του γεωργικού τοπίου. Στη Βόρεια Ιταλία βρέθηκε ότι το μέσο μέγεθος της νεοσσιάς της πεδινής πέρδικας, συσχετίζονταν θετικά με το μήκος των φυτοφρακτών.
Στο πλαίσιο των φιλοθηραματικών έργων οι κυνηγοί σε συνεργασία με γεωργούς, μελισσοκόμους, τις δασικές υπηρεσίες, τις δημοτικές αρχές και τους οργανισμούς εγγείων βελτιώσεων θα μπορούσαν να εφαρμόσουν τοπικά προγράμματα βελτίωσης των περιθωρίων των αγρών με φύτευση θάμνων που προσφέρουν τροφή και κάλυψη στο θήραμα. Τέτοιοι θάμνοι, ωφέλιμοι για το θήραμα είναι: κουμαριά, κράταιγος, λιγούστρο, σπάρτο, πυράκανθος, γκορτσιά, τσαπουρνιά. Η φύτευση γίνεται καλύτερα τον Οκτώβριο με αρχές Νοεμβρίου ή από τέλη Φεβρουαρίου μέχρι τέλη Μαρτίου. Αναγκαία είναι επίσης η άρδευση το πρώτο καλοκαίρι και η προστασία από αγροτικά ζώα.
Του Δρος Χρήστου Κ. Σώκου για το iHunt.gr