Αρχική » Grid with Sidebar » Βαλλιστικη μελετη βολων σε αγριοχοιρο

Βαλλιστικη μελετη βολων σε αγριοχοιρο

by iHunt

demobanner

 

SVESTONOF

Εισαγωγή

Στη χώρα μας ο αγριόχοιρος αποτελεί το μοναδικό μεγάλο θήραμα που θηρεύεται στους ανοιχτούς κυνηγότοπους (εκτός Ε.Κ.Π.). Τα τελευταία χρόνια οι πληθυσμοί του παρουσιάζουν αυξητική τάση καθώς αυξητική τάση παρουσιάζει και η κυνηγετική του ζήτηση από τους Έλληνες κυνηγούς σ’ όλη τη χερσαία Ελλάδα. Οι Έλληνες κυνηγοί κυνηγούν τον αγριόχοιρο με τη μέθοδο της παγάνας με σκύλους ιχνηλάτες και χρησιμοποιούν λειόκαννα όπλα με τα οποία βάλλουν είτε μονόβολα, είτε σεβροτίνες (σφαιρίδια). Σχετικά με την αποτελεσματικότητα της βολής στον αγριόχοιρο είτε με μονόβολο είτε με σεβροτίνες, έχει ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση μεταξύ των κυνηγετικών κύκλων, με κάποιους να υποστηρίζουν την αποτελεσματικότητα του μονόβολου και κάποιους άλλους των σεβροτινών με εκατέρωθεν ισχυρισμούς, που όμως, δεν στηρίζονται σε έρευνα επί του πεδίου, αλλά σε εμπειρικά και υποκειμενικά δεδομένα. Κρίνεται πάντως αναγκαίο να καταδειχθεί ποια είναι τα καταλληλότερα πυρομαχικά για το κυνήγι αυτού του θηράματος τόσο από δεοντολογική – κυνηγετική όσο και από διαχειριστική άποψη. Η παρούσα εργασία παρουσιάζει αποτελέσματα βαλλιστικής μελέτης βολών σε αγριόχοιρους που θηρεύθηκαν στη Θεσσαλία τις κυνηγετικές περιόδους 2005-06, 2006-07& 2007-08.

Σκοπός

Σκοπός της μελέτης είναι να διερευνήσει αν τα όπλα και τα πυρομαχικά που χρησιμοποιούνται από τους έλληνες κυνηγούς και υπαγορεύονται από την σχετική εθνική μας νομοθεσία, είναι ικανά να καταβάλουν αυτό το μεγάλο θήραμα που πολλές φορές το ζον βάρος του αγγίζει τα 200 kg.

Μεθοδολογία

Για τις ανάγκες της εργασίας αυτής τυπώθηκε το ερωτηματολόγιο της εικόνας 1 και διανεμήθηκε από τους ομοσπονδιακούς θηροφύλακες της ΚΟΘ, στους αρχηγούς επιλεγμένων ομάδων γουρουνοκυνηγών. Στη διάρκεια της κυνηγετικής περιόδου 2005-06 συμπληρώθηκαν 433 τέτοια ερωτηματολόγια και αφορούσαν ανάλογα θηρευμένους αγριόχοιρους .

Επίσης κατά την απογραφή της κυνηγετικής κάρπωσης του αγριόχοιρου στη Θεσσαλία οι θηροφύλακες συμπληρώνουν με προσωπική συνέντευξη το έντυπο της εικόνας 2 και ερωτούν τους αρχηγούς των ομάδων των γουρονοκυνηγών αν έχασαν κατά την άσκηση του κυνηγιού αποδεδειγμένα τραυματισμένους αγριόχοιρους και δεν κατέστη δυνατόν να τους βρούν. Επίσης σημειώνουν αν κάποια από τα θηρευθέντα ζώα έφεραν παλαιότερα τραύματα και σε πιο σημείο του σώματός τους. Τα στοιχεία που προέκυψαν επεξεργάστηκαν περιγραφικά – στατιστικά και παρουσιάζονται ακολούθως.


Αποτελέσματα

 

Ι. Αποτελεσματικότητα των χρησιμοποιούμενων πυρομαχικών

Στην ενότητα αυτή παρουσιάζονται στοιχεία που έχουν συλλεχθεί με το ερωτηματολόγιο της εικόνας 1 και αφορούν 433 συνολικά θηρευθέντες αγριόχοιρους, της κυνηγετικής περιόδου 2005-06.

 

Στο γράφημα 1 δίνεται η κατανομή (απόλυτη και ποσοστιαία) των παρατηρήσεων κατά τύπο πυρομαχικών. Τα βληθέντα ζώα με δράμια ήταν 202 και αυτά με μονόβολο 114 και είχαν θηρευθεί την κυνηγετική

περίοδο 2005 – 06. Ως δράμια νοούνται τα φυσίγγια με σφαιρίδια διαφόρων διαμέτρων (6βολα, 8βολα, 9βολα, κλπ) καθώς επίσης ως δράμια θεωρούνται και τα λεγόμενα 6+1.

 

Στα γραφήματα 2 και 3 περιγράφεται η αντίδραση των ζώων σε σχέση με το βάρος τους, σε βολές με μονόβολο και δράμια αντίστοιχα από διαφορετικές αποστάσεις βολής. Είναι εμφανές ότι και στους δύο τύπους πυρομαχικών, οι περιπτώσεις άμεσης καταβολής του θηράματος μειώνονται σημαντικά αυξανομένων και του βάρους των ζώων και της απόστασης βολής. Για το μεν μονόβολο μετά τα 50 m οι περιπτώσεις μη άμεσης καταβολής είναι περισσότερες για δε τα δράμια μετά τα 25 m. Ως βάρος

το ζώου νοείται το βάρος του νεκρού ζώου χωρίς τα εντόσθια. Δηλαδή το ζον βάρος μειωμένο κατά 20%.

 

Στο γράφημα 4 δίνεται η ποσοστιαία κατανομή της απόστασης (κατά κλάσεις) που διάνυσαν οι βληθέντες αγριόχοιροι σε σχέση με τον τύπο πυρομαχικού. Φαίνεται ότι από τα ζώα που δεν καταβλήθηκαν άμεσα ένα μικρό αλλά σημαντικό ποσοστό (8%) διάνυσε απόσταση μεγαλύτερη από 100 m μέχρι να εκπνεύσει.

Στον πίνακα 1 καταγράφεται η συμπεριφορά των βληθέντων ζώων με μονόβολο σε σχέση με την περιοχή του σώματος που προσβλήθηκε, όπως αυτές φαίνονται στην εικόνα 3. Εδώ φαίνεται το προφανές, ότι δηλαδή η προσβολή στις ζώνες 2 (εγκέφαλος),
4 (αυχένας), 6 (ωμοπλάτη), 7 (καρδιά, πνεύμονες) και 8 (πίσω σπονδυλική στήλη) καταβάλει τα ζώα άμεσα σε μεγάλο ποσοστό.
Τα υπόλοιπα δεν καταβλήθηκαν άμεσα διότι προφανώς η βολή δεν βρήκε κάποιο ζωτικό όργανο. Πάντως από τα ζώα αυτά που βλήθηκαν στις παραπάνω ζώνες του σώματός τους και δεν καταβλήθηκαν άμεσα τα περισσότερα εξέπνευσαν πριν διανύσουν 100 m.

Οσον αφορά τα δράμια, στο γράφημα 5 φαίνεται η ποσοστιαία κατανομή του αριθμού των σφαιριδίων που δέχθηκαν τα ζώα που καταβλήθηκαν άμεσα και στο γράφημα 6 που μετά την προσβολή τους συνέχισαν την πορεία τους. Φαίνεται ότι ο κύριος όγκος
των περιπτώσεων (71%) που καταβλήθηκαν άμεσα δέχθηκαν από 3 έως 6 σφαιρίδια (πλήγματα), περιπτώσεις δηλαδή που η απόσταση βολής είναι από 10 έως 30 m.
Οι περιπτώσεις του 1 και 2 σφαιριδίων πιθανότατα αφορούν περιπτώσεις που τα σφαιρίδια έπληξαν κάποιο ζωτικό όργανο και οι περιπτώσεις των περισσοτέρων από 7 σφαιριδίων αφορούν είτε περισσότερες της μιας βολές είτε την απίθανη περίπτωση
της πολύ κοντινής βολής (< 10 m). Στις περιπτώσεις της μη άμεσης καταβολής φαίνεται ότι ο κύριος όγκος των περιπτώσεων πάλι είναι μεταξύ 3 και 7 σφαιριδίων.
Η μόνη εξήγηση που μπορεί να δοθεί είναι ότι οι βολές αυτές δεν έτυχε να πλήξουν κάποιο ζωτικό όργανο και τα ζώα υπέκυψαν στα τραύματά τους αφού διάνυσαν κάποια απόσταση ή ότι οι βολές ήταν από μεγάλη σχετικά απόσταση και ήταν περισσότερες
από μία. Οι περιπτώσεις των 1 και 2 σφαιριδίων προφανώς αφορούν μακρινές βολές και οι περισσότερες των 8 σφαιριδίων αφορούν είτε περιπτώσεις περισσοτέρων της μιας βολών είτε περιπτώσεις κοντινών βολών (< 10 m) αλλά που πρόσβαλαν τα ζώα
σε μη καίριες ζώνες του σώματός τους.

ΙΙ. Απώλειες τραυματισμένων αγριόχοιρων.
Στην ενότητα αυτή παρουσιάζονται στοιχεία που έχουν συλλεχθεί με βάση ειδικό έντυπο, όπως συνολικά αναφέρονται στον πίνακα 2 και αφορούν τις κυνηγετικές περιόδους 2006-07 & 2007-08.

Στον πίνακα 2 φαίνεται ότι ένα ποσοστό που κυμαίνεται μεταξύ του 6 και 9% (από χρονιά σε χρονιά) των ζώων που βλήθηκαν επιτυχώς χάθηκε τραυματισμένο χωρίς να καταφέρουν οι κυνηγοί να το καρπωθούν.Το 73 % των ζώων που χάθηκαν τραυματισμένα βλήθηκαν με σεβροτίνες (δράμια), το 14,5 % με μονόβολο και το υπόλοιπο 12,5 % βλήθηκαν με αδιευκρίνιστο τύπο πυρομαχικού. Σ’ αυτήν την κατηγορία (αδιευκρίνιστος τύπος) συμπεριλαμβάνονται φυσίγγια με 6+1, 9+1, σκάγια και περιπτώσεις που το ζώο βλήθηκε διαδοχικά με μονόβολο και σεβροτίνες ή το αντίστροφο, χωρίς ο κυνηγός να είναι σίγουρος πιο από τα δύο πέτυχε τον αγριόχοιρο.

 

Επίσης ένα ποσοστό που κυμαίνονταν μεταξύ του 1% και 3% (μεταβαλλόμενο από χρονιά σε χρονιά) των ζώων που θηρεύθηκαν από τους κυνηγούς είχε παλαιότερο τραύμα από πυροβόλο όπλο, το οποίο δεν ήταν ικανό να καταβάλει το ζώο. Ο τύπος του βλήματος που είχαν βληθεί αυτά τα ζώα, ο αριθμός των βλημάτων που έφεραν στο σώμα τους καθώς το σημείο του σώματος τους, φαίνονται στα διαγράμματα 8, 9 και 10.

Συμπεράσματα

1. Το ωφέλιμο βεληνεκές του μονόβολου περιορίζεται στα 50 m, διότι πέραν αυτής της απόστασης περισσότερα από τα μισά ζώα δεν καταβλήθηκαν άμεσα.
2. Με το παραπάνω κριτήριο το ωφέλιμο βεληνεκές των σεβροτινών περιορίζεται στα 25 m.
3. Με το μονόβολο καταβάλλεται άμεσα μεγαλύτερο ποσοστό ζώων απ’ ότι με τις σεβροτίνες.
4. Η άμεση καταβολή του θηράματος αυτού με μονόβολο εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την περιοχή του σώματος την οποία θα πλήξει. Η σκοπευτική ικανότητα του κυνηγού σ’ αυτό το σημείο παίζει πρωταρχικό ρόλο.
5. Οι σεβροτίνες είναι αποτελεσματικές όταν βάλλονται σε αποστάσεις εντός του ωφέλιμου βεληνεκούς τους. Και βέβαια καθοριστικό ρόλο παίζει το αν κάποιες απ’ αυτές πλήξουν ζωτικό όργανο.
6. Αγριόχοιροι οι οποίοι απωλέσθηκαν τραυματισμένοι είχαν βληθεί με δράμια στην μεγάλη πλειοψηφία τους (73%).
7. Από αγριόχοιρους που θηρεύθηκαν και βρέθηκε να φέρουν παλαιότερα τραύματα, το 78% αυτών ήταν από σεβροτίνες, με το 95% αυτών να έχει μόνο ένα ή δύο δράμια.
8. Το 66% των αγριόχοιρων που έφεραν παλαιότερα τραύματα τα είχαν στην οπίσθια περιοχή.
Από δεοντολογική και διαχειριστική άποψη το κυνήγι του αγριόχοιρου πρέπει να ασκείται με μονόβολο. Από δεοντολογική διότι αφενός απαιτείται μεγαλύτερη σκοπευτική ικανότητα από τον κυνηγό και αφετέρου το θήραμα καταβάλλεται αμεσότερα. Από διαχειριστική διότι όπως αποδείχθηκε αφενός τα απολεσθέντα ζώα κατά 73% βλήθηκαν με σεβροτίνες και αφετέρου το 78% των ζώων που βρέθηκε να φέρουν παλαιότερα τραύματα ήταν πάλι από σεβροτίνες.

Γεώργιος Χριστοδούλου                              Θεοφάνης Καραμπατζάκης
Επ. Συνεργάτης Κυνηγετικής                       Επ. Συνεργάτης Κυνηγετικής
Ομοσπονδίας Θεσσαλίας                             Ομοσπονδίας ΜακεδονίαςΘράκης

Από την έκδοση της ΚΟΜΑΘ – “ΠΑΝ-ΘΗΡΑΣ Τα πάντα περί θήρας”
 

demobanner


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ